Τα τριχωτά θηλαστικά φταίνε που σηκώνονται οι τρίχες μας όταν φοβόμαστε ή κρυώνουμε
Οι τρίχες μας σηκώνονται όταν φοβόμαστε ή κρυώνουμε λόγω ενός μηχανισμού που κληρονομήσαμε από τα τριχωτά θηλαστικά.
Το έχουμε όλοι ζήσει: μια απότομη ριπή κρύου αέρα ή ένας ξαφνικός φόβος και οι τρίχες στα χέρια μας σηκώνονται σαν να μας διαπερνά ηλεκτρικό ρεύμα. Είναι εκείνη η ανατριχίλα που δεν ελέγχεται, που συμβαίνει αυτόματα, πριν καν το μυαλό προλάβει να επεξεργαστεί τι ακριβώς συνέβη. Αυτό το φαινόμενο, τόσο κοινό αλλά και τόσο παράξενο, είναι κατάλοιπο ενός σώματος που κάποτε ήταν πολύ πιο τριχωτό. Το όνομα του φαινομένου; Πιλόερεση. Και πίσω από αυτό κρύβεται ένα αρχαίο σύστημα άμυνας, που σήμερα μοιάζει περισσότερο με φάντασμα ενός σώματος του παρελθόντος.
Η πιλόερεση συμβαίνει όταν οι μικροσκοπικοί μύες που βρίσκονται στη βάση κάθε τριχοθυλακίου, οι λεγόμενοι ανελκτήρες της τρίχας, συσπώνται. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι τρίχες να σηκώνονται κάθετα στην επιφάνεια του δέρματος. Το ερέθισμα που προκαλεί αυτή τη σύσπαση μπορεί να είναι είτε η πτώση της θερμοκρασίας είτε η ενεργοποίηση του μηχανισμού φόβου. Στην πραγματικότητα, και στις δύο περιπτώσεις ενεργοποιείται το ίδιο νευρικό σύστημα: το συμπαθητικό, που είναι υπεύθυνο για τις αντιδράσεις «μάχης ή φυγής».
Στα θηλαστικά, το σήκωμα των τριχών έχει πολύ πρακτικό σκοπό. Όταν ένα ζώο φοβάται ή απειλείται, οι τρίχες του ορθώνονται για να φαίνεται πιο μεγάλο και απειλητικό. Είναι ένα είδος οπτικής επιθετικότητας, όπως βλέπουμε σε γάτες που φουσκώνουν όταν νιώσουν κίνδυνο. Όταν κάνει κρύο, το σήκωμα των τριχών δημιουργεί ένα λεπτό στρώμα αέρα ανάμεσα στο δέρμα και το εξωτερικό περιβάλλον, λειτουργώντας ως μονωτικό. Σε ζώα με παχύ τρίχωμα, αυτή η λειτουργία είναι κρίσιμη. Ο άνθρωπος, όμως, έχει χάσει τη φυσική του γούνα, αλλά όχι το σύστημα που τη ρύθμιζε.
Η ύπαρξη αυτού του μηχανισμού στον άνθρωπο είναι ένα από τα πιο εντυπωσιακά παραδείγματα εξελικτικού υπολείμματος. Δεν είναι μοναδικό: το ανθρώπινο σώμα διατηρεί αρκετές λειτουργίες που προέρχονται από εποχές όπου η καθημερινή επιβίωση απαιτούσε διαφορετικούς μηχανισμούς αντίδρασης. Η πιλόερεση δεν εξυπηρετεί πλέον κάποιο άμεσο σκοπό στον σύγχρονο άνθρωπο, αλλά λειτουργεί ως ένδειξη ότι το σώμα ακόμα υπακούει σε βαθύτερα, παλαιότερα προγράμματα που είναι χαραγμένα στο νευρικό μας σύστημα.
Αυτό το φαινόμενο είναι επίσης στενά συνδεδεμένο με τη συναισθηματική διέγερση. Η μουσική, οι αναμνήσεις, η συγκίνηση – όλα μπορούν να προκαλέσουν ρίγη και ανατριχίλα, που συνοδεύονται από πιλόερεση. Σε αυτές τις περιπτώσεις, το σώμα αντιδρά όχι σε εξωτερικό κίνδυνο ή θερμοκρασία, αλλά σε εσωτερικό συναίσθημα. Είναι μια φυσιολογική απόκριση του οργανισμού σε μια ισχυρή, συχνά υποσυνείδητη, συναισθηματική εμπειρία. Όταν ακούμε μια φωνή που μας συγκλονίζει ή θυμόμαστε κάτι έντονο, το σώμα ενεργοποιεί τα ίδια νεύρα με εκείνα του φόβου ή του κρύου. Η αντίδραση είναι η ίδια, ανεξάρτητα από το ερέθισμα.