Τι φόρο έπρεπε να πληρώσεις άν έβγαζες πάνω απο 200,000 το 1944 στην Αμερική;
Το 1944, στις Ηνωμένες Πολιτείες, οι φορολογικοί συντελεστές για τα μεγάλα εισοδήματα έφτασαν σε απίστευτα μεγάλα ποσοστά
Στις αρχές της δεκαετίας του ’40, η Αμερική δεν ήταν μόνο μια χώρα σε πόλεμο. Ήταν και μια χώρα που πλήρωνε τον πόλεμο. Όχι με σιωπή και θυσίες μόνο, αλλά με κάτι πολύ πιο μετρήσιμο: με φόρους. Το 1944, μέσα στο φουλ της πολεμικής προσπάθειας, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση των ΗΠΑ έφερε κάτι που σήμερα ακούγεται σχεδόν εξωπραγματικό. Αν έβγαζες πάνω από 200.000 δολάρια τον χρόνο – ένα ποσό που αντιστοιχεί σήμερα σε περίπου 3 εκατομμύρια δολάρια – πλήρωνες το 94% των “υπερβολών” σου στο κράτος. Ναι, ενενήντα τέσσερα τοις εκατό.
Αυτός ο φόρος δεν ήταν για τους πολλούς. Ήταν για τους πολύ λίγους. Αλλά το μήνυμα ήταν σαφές: δεν είναι εποχή για πλουτισμό, είναι εποχή για προσπάθεια. Η Αμερική είχε μετατρέψει το σύστημα φορολογίας της σε όπλο. Και για πολλούς, δούλεψε. Το κράτος συγκέντρωνε δισεκατομμύρια για την πολεμική μηχανή, και ταυτόχρονα περιόριζε τις ακραίες ανισότητες εν καιρώ κρίσης.
Αυτό που ξεχνάμε είναι ότι ο φόρος 94% δεν σημαίνει ότι σου έπαιρναν το 94% όλων σου των χρημάτων. Σήμαινε ότι μόνο τα χρήματα πάνω από τα 200.000 δολάρια φορολογούνταν τόσο σκληρά. Όμως πάλι, φαντάσου να δουλεύεις για 6 σεντς το δολάριο. Οι πλούσιοι έκαναν κάτι που δεν είχαν συνηθίσει: έδιναν πίσω.
Ο πόλεμος τελείωσε, αλλά ο φόρος έμεινε. Για δεκαετίες. Στη δεκαετία του ’50 και του ’60, οι πλούσιοι στην Αμερική πλήρωναν πάνω από 90%. Κανείς δεν φώναζε για αντικινήτρων πολιτικές. Η οικονομία άνθιζε, τα προάστια χτίζονταν, τα πανεπιστήμια μεγάλωναν, τα εργοστάσια δούλευαν. Ήταν η χρυσή εποχή του “υψηλού φόρου και υψηλής ανάπτυξης”.
Όλα άλλαξαν τη δεκαετία του ’80. Ο Ρόναλντ Ρίγκαν ήρθε με άλλη λογική. Το κράτος έπρεπε να μικρύνει και οι πλούσιοι να ανασάνουν. Μέχρι το 1988, ο ανώτατος φορολογικός συντελεστής είχε πέσει στο 28%. Ήταν μια ήσυχη επανάσταση που ξεκίνησε με χαμόγελα και κατέληξε στις ακραίες ανισότητες του 21ου αιώνα.
Πίσω όμως στο 1944, τα πράγματα ήταν διαφορετικά. Ο φόρος ήταν μέρος της εθνικής συνείδησης. Δεν ήταν μια ενοχλητική υποχρέωση. Ήταν απόδειξη συμμετοχής. Αν έβγαζες πολλά, έδινες πολλά. Και αν σου έμεναν λίγα, δεν το θεωρούσες αδικία. Το θεωρούσες καθήκον.