Τι μισθό έπαιρνε ο Αλέξανδρος Ωνάσης στην εταιρεία του πατέρα του;
Παρά το όνομα, τη θέση και την καταγωγή του, ο Αλέξανδρος Ωνάσης λάμβανε μόλις 1.000 δολάρια τον μήνα.
Ήταν ο μοναχογιός του Αριστοτέλη Ωνάση. Είχε το όνομα, την αίγλη, την τύχη και το βλέμμα στραμμένο πάνω του από μικρό παιδί. Κι όμως, όταν μπήκε στις επιχειρήσεις του πατέρα του, δεν αντιμετωπίστηκε ως πρίγκιπας. Ο Αριστοτέλης Ωνάσης πίστευε ότι η αξία δεν κληρονομείται, αλλά χτίζεται. Έτσι, όταν ο Αλέξανδρος ανέλαβε ενεργό ρόλο στην Ολυμπιακή Αεροπορία, η πρώτη του αποδοχή δεν ήρθε με τίτλους, προνόμια ή αστρονομικό μισθό. Ο πατέρας του τού έδωσε μισθό 12.000 δολαρίων τον χρόνο, ποσό που αντιστοιχούσε σε 1.000 δολάρια τον μήνα.
Αυτός ο αριθμός δεν ήταν λάθος, ούτε τυπικό χαρτί μιας διοικητικής πράξης. Ήταν μια σκόπιμη επιλογή. Ο Ωνάσης, βαθιά επηρεασμένος από τη δική του διαδρομή — από τον καπνεργάτη στη Σμύρνη μέχρι τον εφοπλιστή της παγκόσμιας ελίτ — πίστευε πως ακόμη κι ο γιος του έπρεπε να αποδείξει τι αξίζει. Ο Αλέξανδρος διορίστηκε στην Ολυμπιακή το 1971, στα 23 του χρόνια. Ήταν ήδη πιλότος με χιλιάδες ώρες πτήσης, γνώριζε τα τεχνικά μέρη των αεροσκαφών και δεν δίσταζε να φορέσει τη στολή του προσωπικού, να ανεβεί στο κόκπιτ, να επιβλέπει προσωπικά τη συντήρηση των αεροπλάνων.
Στην καθημερινότητά του, εργαζόταν σαν κανονικό στέλεχος. Δεν είχε γραφείο-μαυσωλείο, ούτε προσωπικό οδηγό εντός εταιρείας. Ο ίδιος ήθελε να γνωρίζει τα πάντα: πτήσεις, ανταλλακτικά, βλάβες, κόστη, προσωπικό. Δεν επαναπαυόταν στη φήμη του πατέρα του. Κι αυτό εντυπωσίαζε. Μηχανικοί και πιλότοι της εποχής μιλούν για έναν νεαρό με πάθος, πραγματικό ενδιαφέρον και πειθαρχία. Ήταν η ψυχή της Ολυμπιακής, και παρόλο που τυπικά ήταν πρόεδρος μόνο της Ολυμπιακής Αεροπλοΐας (θυγατρικής της μητρικής), οι αποφάσεις του έφταναν πολύ πιο μακριά.
Το ετήσιο εισόδημά του, λοιπόν, φαινόταν δυσανάλογο με τις ευθύνες και την κλίμακα της επιχείρησης που διαχειριζόταν. Για να αντιληφθεί κανείς τη διαφορά: πιλότοι της Ολυμπιακής έπαιρναν συχνά μεγαλύτερους μισθούς από εκείνον. Αλλά αυτό δεν ενόχλησε ποτέ τον Αλέξανδρο. Το αντίθετο. Ο ίδιος έλεγε πως ήθελε να φτιάξει κάτι δικό του, όχι να ζει από την περιουσία του πατέρα του. Το ποσό των 12.000 δολαρίων λειτουργούσε σαν σιωπηρή υπόμνηση: δεν αμείβεσαι για το όνομα σου, αλλά για το έργο σου.
Ο Αλέξανδρος, σύμφωνα με όσους τον γνώρισαν, δεν ενδιαφερόταν για την πολυτέλεια — την είχε από μικρός. Ενδιαφερόταν για την πτήση, για τη λειτουργία της εταιρείας, για την αίσθηση ότι κάνει κάτι ουσιαστικό. Στα αρχεία της εποχής υπάρχουν φωτογραφίες του μέσα σε υπόστεγα, με μηχανικούς, να συνομιλεί για βλάβες, ελέγχους, διαδρομές. Η διοικητική του αντίληψη είχε κάτι το καινοτόμο για τα ελληνικά δεδομένα της δεκαετίας του ’70. Ήθελε να μεταμορφώσει την Ολυμπιακή από “εταιρεία του Ωνάση” σε ευρωπαϊκή αεροπορική δύναμη.
Ο μισθός των 12.000 δολαρίων δεν ήταν δείγμα οικονομικής λιτότητας. Ήταν ένα πείραμα χαρακτήρα. Ήταν ένα στοίχημα που έβαζε ο Αριστοτέλης Ωνάσης με τον γιο του. Αν θα άντεχε. Αν θα έμενε. Αν θα δούλευε. Αν θα έκανε ό,τι κι εκείνος είχε κάνει δεκαετίες πριν — να χτίσει κάτι από την αρχή. Και ο Αλέξανδρος, μέχρι τη μέρα που σκοτώθηκε σε ηλικία μόλις 24 ετών, είχε δείξει ότι όχι μόνο άντεχε, αλλά ξεχώριζε.