Τι συμπτώματα είχε ο Στήβεν Χόκινγκ στα 21 του και κατάλαβε πως κάτι δεν πάει καλά με την υγεία του;
Όταν ο Στίβεν Χόκινγκ ήταν 21 ετών, τα πρώτα συμπτώματα της ασθένειας που θα άλλαζε τη ζωή του άρχισαν να εμφανίζονται
Όταν ο Στήβεν Χόκινγκ ήταν μόλις 21 ετών και είχε ξεκινήσει τις διδακτορικές του σπουδές στο Κέιμπριτζ, άρχισε να παρατηρεί ανεξήγητα προβλήματα στον έλεγχο του σώματός του. Οι πρώτες ενδείξεις εμφανίστηκαν ως δυσκολία στο να κρατήσει ισορροπία, μικρές πτώσεις, αδεξιότητες σε καθημερινές κινήσεις και μια σταδιακή επιβράδυνση στον βηματισμό του. Η αλλαγή ήταν τόσο αργή και ανεπαίσθητη, που ούτε ο ίδιος ούτε οι γύρω του συνειδητοποίησαν αμέσως τη σοβαρότητα της κατάστασης.
Η αφορμή για να αρχίσουν οι ιατρικές εξετάσεις ήρθε όταν γύρισε στο πατρικό του για τις διακοπές των Χριστουγέννων και οι γονείς του παρατήρησαν πως ο γιος τους περπατούσε περίεργα και μιλούσε πιο αργά από το συνηθισμένο. Μέσα σε λίγες εβδομάδες, τα συμπτώματα έγιναν εμφανώς πιο έντονα: έπεφτε συχνότερα, μιλούσε πιο δυσνόητα και η γενική του κινητικότητα μειωνόταν. Αυτό τον οδήγησε σε μια σειρά από εξετάσεις, νοσηλείες και τελικά, σε μια σκληρή διάγνωση που άλλαξε για πάντα τη ζωή του.
Οι γιατροί κατέληξαν ότι ο Χόκινγκ έπασχε από τη σπάνια και ανίατη πάθηση αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση (ALS), γνωστή και ως νόσος του κινητικού νευρώνα. Εκείνη την εποχή, η διάγνωση θεωρούνταν σχεδόν θανατική καταδίκη. Του έδωσαν προσδόκιμο ζωής μόλις δύο ετών. Ήταν ένας τρομακτικός απολογισμός για έναν νέο άνδρα γεμάτο φιλοδοξίες και ερωτήματα για το σύμπαν.
Η κατάθλιψη ήταν το πρώτο ψυχολογικό σύμπτωμα που ακολούθησε τη διάγνωση. Ο ίδιος έχει περιγράψει εκείνη την περίοδο σαν μια πτώση στο απόλυτο σκοτάδι. Δεν ήθελε να μιλήσει σε κανέναν, δεν έβρισκε νόημα στο να συνεχίσει τις σπουδές του. Ο φόβος και η αβεβαιότητα για το μέλλον τον παρέλυαν όσο και η ίδια η ασθένεια. Κι όμως, παρά τη βαριά διάγνωση, η γνωριμία του με την Τζέιν Γουάιλντ, μια φοιτήτρια που θα γινόταν η πρώτη του σύζυγος, φάνηκε να του ξαναδίνει ζωή. Η προσωπική τους σχέση και η προοπτική του έρωτα αποτέλεσαν ίσως το σημαντικότερο ερέθισμα για να μην παραδοθεί.
Όσο η ασθένεια προχωρούσε, τα συμπτώματα εντάθηκαν. Η βάδιση έγινε αδύνατη, η ομιλία σχεδόν ακατάληπτη, οι καθημερινές δραστηριότητες απαιτούσαν βοήθεια. Κι όμως, ο Χόκινγκ δεν επέτρεψε στην ασθένεια να περιορίσει το πνεύμα του. Χρησιμοποιώντας αρχικά μια αναπηρική καρέκλα και αργότερα συσκευές επικοινωνίας, συνέχισε να εργάζεται, να διδάσκει και να γράφει. Τα συμπτώματα δεν έγιναν ποτέ εμπόδιο για την επιστημονική του σκέψη. Αντίθετα, έγιναν ένας αθέατος συνοδοιπόρος σε μια ζωή που επέμεινε να είναι αξιοθαύμαστη.
Ο Χόκινγκ δεν θεώρησε ποτέ τον εαυτό του «ασθενή» με την κλασική έννοια. Έβλεπε την κατάσταση σαν ένα πρόβλημα προς επίλυση. Ενσωμάτωσε τη σωματική αδυναμία στη φιλοσοφία του για το σύμπαν: όπως ο χωροχρόνος μπορεί να λυγίζει και να στρεβλώνεται από τις μαύρες τρύπες, έτσι και η ανθρώπινη βούληση μπορεί να αντισταθεί στη βαρύτητα της αρρώστιας. Το πρώτο σύμπτωμα ήταν μια σκιά. Μα η σκέψη του έγινε φως για εκατομμύρια ανθρώπους.