Γιατί κάποιοι Έλληνες δεν ήθελαν την επανάσταση
Ποιοι ήταν οι Έλληνες που δεν ήθελαν την Επανάσταση και γιατί;
Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 είναι σήμερα συνώνυμη με την ελευθερία, την αυτοθυσία και την εθνική υπερηφάνεια. Κι όμως, η αλήθεια είναι πως δεν ήταν όλοι οι Έλληνες έτοιμοι να πολεμήσουν για την ανεξαρτησία τους. Κάποιοι τη φοβήθηκαν. Άλλοι την πολέμησαν. Και μερικοί, ακόμη και όταν η φλόγα της Επανάστασης είχε ανάψει, έμειναν επιφυλακτικοί ή και εχθρικοί απέναντί της. Αυτό δεν συνέβη επειδή ήταν “προδότες”, όπως εύκολα θα έλεγε κάποιος σήμερα. Ήταν αποτέλεσμα φόβου, συμφερόντων, τρόπου ζωής, ακόμη και αγνής δυσπιστίας προς το άγνωστο.
Οι προεστοί, οι κοτζαμπάσηδες και οι μεγαλέμποροι σε πολλές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας είχαν χτίσει ένα σύστημα επιβίωσης που τους έδινε εξουσία και πλούτο. Μέσα σε ένα παζάρι συμφερόντων με τις οθωμανικές αρχές, μπορούσαν να συλλέγουν φόρους, να διαχειρίζονται κοινότητες και να ζουν με σχετική άνεση. Η Επανάσταση απειλούσε να τα τινάξει όλα στον αέρα. Αν οι επαναστάτες κέρδιζαν, δεν ήταν σίγουρο ότι θα διατηρούσαν τα προνόμιά τους. Αν έχαναν, οι Τούρκοι θα ζητούσαν εκδίκηση και θα τους θεωρούσαν συνένοχους. Για πολλούς, το δίλημμα δεν ήταν “σκλαβιά ή ελευθερία”, αλλά “σταθερότητα ή χάος”.
Ανάμεσα στους διστακτικούς υπήρχαν και μορφωμένοι Έλληνες που πίστευαν στην αλλαγή, αλλά όχι μέσα από τα όπλα. Πίστευαν ότι το ελληνικό έθνος έπρεπε πρώτα να μορφωθεί, να αναπτυχθεί οικονομικά και πολιτισμικά, και έπειτα να διεκδικήσει ανεξαρτησία, ίσως μέσα από διπλωματικά μέσα ή εξελίξεις στην Ευρώπη. Δεν ήταν προδότες. Ήταν άνθρωποι που φοβούνταν το μακελειό και πίστευαν στη δύναμη της πνευματικής αναγέννησης.
Άλλοι απλώς δεν πίστευαν ότι μια επανάσταση μπορούσε να πετύχει. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έμοιαζε ακλόνητη. Οι καταστολές προηγούμενων εξεγέρσεων, όπως του Ορλώφ το 1770, είχαν αφήσει πικρές μνήμες. Για πολλούς, η επανάσταση ήταν τρέλα και αυτοκτονία. Η ιδέα ότι μια χούφτα φτωχοί αγρότες και λίγοι καπεταναίοι θα μπορούσαν να ρίξουν έναν από τους ισχυρότερους στρατούς του κόσμου φαινόταν αδιανόητη. Η αποτυχία φάνταζε δεδομένη. Και η τιμωρία που θα ακολουθούσε, αβάσταχτη.
Υπήρχαν κι εκείνοι που απλώς φοβόντουσαν. Ο φόβος δεν είναι αδυναμία. Είναι ένστικτο επιβίωσης. Ο φόβος για τη σφαγή, για την πείνα, για την εκδίκηση, για την απώλεια των παιδιών τους. Σε χωριά και πόλεις, πολλοί απλοί άνθρωποι δεν ήξεραν ποιον να πιστέψουν, ποιον να ακολουθήσουν, τι μέλλον τους περίμενε. Κάποιοι έκαναν συμφωνίες με τους Τούρκους για να προστατεύσουν τις οικογένειές τους. Άλλοι κατέδωσαν επαναστάτες, όχι από προδοσία, αλλά από τρόμο.
Το γεγονός ότι η Επανάσταση τελικά νίκησε, δεν αναιρεί το ότι πολλοί την αμφισβήτησαν. Αυτό όμως δεν μειώνει την αξία της. Το αντίθετο. Η επιτυχία της, μέσα σε ένα περιβάλλον τόσο γεμάτο φόβο, ανασφάλεια και αντίσταση εκ των έσω, αποδεικνύει πόσο τιτάνιος ήταν ο αγώνας. Η επανάσταση δεν έγινε από έναν ενιαίο λαό με κοινή φωνή. Έγινε από εκείνους που τόλμησαν να πάνε κόντρα στη ροή, ακόμη και απέναντι σε συμπατριώτες τους.
Σήμερα, είναι εύκολο να βλέπουμε την Επανάσταση σαν αναπόφευκτη. Αλλά τότε, ήταν ένα άλμα στο κενό. Γι’ αυτό και όσοι το έκαναν, δεν ήταν απλώς επαναστάτες. Ήταν άνθρωποι που άλλαξαν την ιστορία, παρότι ήξεραν πως ο διπλανός τους ίσως τους προδώσει, πως οι κοτζαμπάσηδες ίσως τους χτυπήσουν πισώπλατα, πως η Ευρώπη ίσως τους γυρίσει την πλάτη. Και γι’ αυτό σήμερα, ακόμα και εκείνοι που κάποτε ίσως την αμφισβήτησαν, την ευγνωμονούν.