Γιατί τα αρχαία είναι θαμμένα; Αν ήταν τόσο σπουδαία, γιατί τα άφησαν να θαφτούν;
Ο χρόνος δεν περνά μόνο από πάνω μας. Περνά και από κάτω.
Ο επισκέπτης στέκεται μπροστά σε ένα άγαλμα που βγήκε από το χώμα, κοιτάζει την ετικέτα: «Ανακαλύφθηκε σε βάθος 5 μέτρων». Και η σκέψη έρχεται φυσικά: Αν ήταν τόσο σημαντικό, γιατί το άφησαν να θαφτεί; Γιατί δεν το φύλαξαν, δεν το προστάτευσαν; Η απάντηση βρίσκεται στην ίδια τη φύση του χρόνου και της ζωής.
Η γη δεν είναι σταθερή. Ο χρόνος δεν περνά μόνο από πάνω μας, αλλά και από κάτω μας. Κάθε γενιά χτίζει, καταστρέφει, ξαναχτίζει. Η σκόνη, οι πλημμύρες, οι καταστροφές, οι εγκαταλείψεις προσθέτουν στρώματα. Και σιγά-σιγά, αυτό που ήταν κάποτε στο ύψος των ματιών, χάνεται στο σκοτάδι του εδάφους. Χωρίς να το καταλάβει κανείς. Χωρίς να το θάψει κανείς.
Ένα σπίτι καίγεται. Ένας ναός εγκαταλείπεται. Ένα άγαλμα γκρεμίζεται από σεισμό. Κανείς δεν το σηκώνει. Κανείς δεν έχει λόγο να το σώσει. Με τα χρόνια, η φύση το σκεπάζει. Ή οι επόμενοι χτίζουν πάνω του, θεωρώντας ότι απλώς καθαρίζουν το έδαφος. Κανείς δεν φαντάζεται ότι θάβει την Ιστορία με φτυάρι καθημερινότητας.
Στην αρχαία Αθήνα δεν υπήρχε Υπουργείο Πολιτισμού. Δεν υπήρχε Μουσείο Ακρόπολης. Δεν υπήρχε καν η έννοια «αρχαιολογία». Υπήρχαν έργα που τα θαύμαζαν οι σύγχρονοί τους, αλλά όταν έχαναν τη χρήση τους, δεν τους έδιναν δεύτερη ευκαιρία. Ο χρόνος και η αδιαφορία έκαναν ό,τι δεν έκαναν οι εχθροί.
Κάποιες φορές, τα σημαντικά αντικείμενα δεν χάθηκαν. Τα ξαναχρησιμοποίησαν. Έλιωσαν μπρούτζινα αγάλματα για να φτιάξουν νομίσματα. Έσπασαν μαρμάρινες κολόνες για οικοδομικό υλικό. Έβαψαν παλιές επιγραφές για να τις κάνουν διακοσμητικά. Όχι από κακία, αλλά γιατί δεν υπήρχε η αντίληψη της πολιτιστικής κληρονομιάς όπως τη γνωρίζουμε σήμερα.
Άλλες φορές, δεν τα άγγιξε κανείς. Έμειναν εκεί, πεσμένα, ακίνητα. Και το χώμα ανέλαβε. Έφερε στρώματα από φύλλα, βροχές, χώματα, στάχτες, στάβλους, απορρίμματα, θεμέλια. Και σε κάθε στρώση, μια νέα εποχή. Έτσι φτιάχνεται η αρχαιολογία: όχι με εκρήξεις και ανατροπές, αλλά με τη σιωπηλή επιμονή του χρόνου.
Σε πολλές περιοχές, το έδαφος σήμερα είναι δύο, τρία ή και δέκα μέτρα ψηλότερο απ’ ό,τι ήταν στην αρχαιότητα. Και γι’ αυτό, οι πόλεις του χθες κρύβονται κάτω από τις πόλεις του σήμερα. Όχι επειδή χάθηκαν. Επειδή δεν σταμάτησε ποτέ η ζωή να χτίζει πάνω τους.
Δεν τα έθαψαν. Απλώς σταμάτησαν να τα κοιτούν.