Η Πύλη του Αδριανού έχει δύο επιγραφές, μία από κάθε πλευρά, και όταν τις διαβάζεις μαζί, λένε κάτι τρομερό
Δεν είναι μια απλή πύλη. Είναι η είσοδος σε μια νέα πόλη. Μάθε τι λένε οι δύο επιγραφές που άλλαξαν την Αθήνα.
Από τη μια πλευρά γράφει ότι είσαι στην πόλη του Θησέα. Από την άλλη, ότι βρίσκεσαι στην πόλη του Αδριανού, κι όχι του Θησέα. Είναι η μόνη πύλη στην αρχαιότητα που, χωρίς να το φωνάζει, λέει πως άλλαξαν όλα. Ότι μια πόλη, ακόμα κι αυτή που ίδρυσε ένας μυθικός βασιλιάς, μπορεί να επανιδρυθεί. Από την αρχή.
Η Πύλη του Αδριανού δεν βρίσκεται ούτε στην είσοδο της πόλης, ούτε χωρίζει πραγματικά κάτι. Κι όμως για αιώνες θεωρήθηκε πως βρισκόταν στο σύνορο ανάμεσα στην αρχαία Αθήνα και στη νέα ρωμαϊκή Αθήνα. Οι επιγραφές της δημιούργησαν έναν μύθο για τη γέννηση μιας δεύτερης πόλης. Τόσο δυνατό ήταν το μήνυμά τους.
Η επιγραφή προς την Ακρόπολη αναφέρει: «Αιδ’ εισ’ Αθήναι, Θησέως η πριν πόλις». Κι αυτή προς τον Ναό του Ολυμπίου Διός: «Αιδ’ εισ’ Αδριανού, κουχί Θησέως πόλις». Το “κουχί” ήταν η αρχαία αρνητική έκφραση “και ουχί” – όχι. Η φράση δηλώνει ξεκάθαρα ότι η νέα Αθήνα δεν είναι του Θησέα. Είναι του Αδριανού.
Η αντίθεση των δύο επιγραφών δημιουργεί σχεδόν μια θεατρική σκηνή. Όποιος περνά από τη μία πλευρά στην άλλη, μετακινείται από το παρελθόν στο παρόν. Από τον μύθο στην εξουσία. Από την Ελλάδα στη Ρώμη. Και όμως δεν αλλάζει δρόμο. Αλλάζει αντίληψη. Είναι σαν ο αυτοκράτορας να λέει: “Η πόλη που ήταν του Θησέα, τώρα είναι δική μου.”
Η πύλη κατασκευάστηκε το 131 ή 132 μ.Χ. για να τιμηθεί ο αυτοκράτορας Αδριανός. Ήταν ο φιλέλληνας που ανακαίνισε την Αθήνα, ίδρυσε τη Βιβλιοθήκη, συνέδεσε την πόλη με νέα έργα και όρισε μια εποχή ειρήνης. Η πύλη είναι ένα σύνορο χωρίς τείχος. Ένα πολιτικό μήνυμα σε μαρμάρινη μορφή.
Δεν ξέρουμε με βεβαιότητα ποιος την κατασκεύασε. Ίσως οι ίδιοι οι Αθηναίοι, ίσως η ένωση των Πανελλήνων. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός πως όποιος περνούσε από κάτω, διάβαζε ότι το παρελθόν δεν είναι δεδομένο. Ότι ο ιδρυτής μπορεί να αλλάξει. Ότι ο Θησέας μπορεί να αντικατασταθεί.
Και σήμερα, αιώνες μετά, οι δύο επιγραφές στέκονται ακόμα. Ίσα-ίσα διακρίνονται. Μαζί λένε μια ιστορία που σε κάνει να σταθείς για λίγο. Όχι γιατί σου δείχνουν κάτι. Αλλά γιατί σου κλείνουν το μάτι. Και σου λένε ότι τα σύνορα μιας πόλης δεν είναι πάντα τοίχοι. Είναι λέξεις.