Πότε καταργήθηκε η προίκα στην Ελλάδα; Τι γινόταν παλιά με τις γυναίκες που δεν είχαν προίκα;
Για αιώνες, η προίκα καθόριζε τη μοίρα των γυναικών στην Ελλάδα.
Για αιώνες, η προίκα ήταν μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα της ελληνικής κοινωνίας. Ένα οικονομικό βάρος που καθόριζε τη ζωή των γυναικών, την τύχη των οικογενειών τους και τις σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων. Ήταν ένας θεσμός που βρισκόταν στο επίκεντρο κάθε γάμου, μετατρέποντας την ένωση δύο ανθρώπων σε μια περίπλοκη οικονομική συμφωνία.
Ο κανόνας ήταν σαφής: μια γυναίκα έπρεπε να φέρει προίκα, είτε σε χρήματα είτε σε ακίνητα, προκειμένου να παντρευτεί. Οι πατεράδες, είτε το ήθελαν είτε όχι, έπρεπε να μαζέψουν χρήματα για τις κόρες τους, ενώ πολλοί έφταναν στο σημείο να πουλήσουν γη ή περιουσιακά στοιχεία για να εξασφαλίσουν έναν «καλό γάμο». Για τις άτυχες που δεν είχαν προίκα, το μέλλον ήταν σκοτεινό. Στις πιο «ευτυχείς» περιπτώσεις, η εναλλακτική ήταν η μοναστική ζωή. Σε άλλες περιπτώσεις, οι γυναίκες χωρίς προίκα αντιμετωπίζονταν ως βάρος για την οικογένεια, και το όνειρο του γάμου έμενε ανεκπλήρωτο.
Από τα βυζαντινά χρόνια έως και τον 20ό αιώνα, η προίκα καθόριζε τις ζωές των γυναικών, μετατρέποντάς τες σε αντικείμενα οικονομικής διαπραγμάτευσης. Στα σπίτια των κοριτσιών, οι μανάδες περνούσαν χρόνια υφαίνοντας προικιά – σεντόνια, τραπεζομάντιλα, κεντήματα – που θα έμπαιναν στην ξύλινη προικιόκασα και θα δίνονταν στον γαμπρό. Ο γάμος δεν ήταν μια προσωπική υπόθεση αγάπης και επιλογής αλλά μια οργανωμένη συμφωνία μεταξύ οικογενειών.
Ωστόσο, οι πρώτες φωνές εναντίον της προίκας δεν άργησαν να ακουστούν. Στις αρχές του 20ού αιώνα, άρχισε να διαμορφώνεται μια διαφορετική άποψη. Οι κοινωνικές αλλαγές, η εκπαίδευση των γυναικών και οι νέες ιδέες περί ισότητας έφεραν αμφισβήτηση. Όλο και περισσότεροι θεωρούσαν την προίκα έναν αναχρονιστικό θεσμό που ενίσχυε τις ανισότητες και κρατούσε τις γυναίκες δέσμιες των οικονομικών δυνατοτήτων των οικογενειών τους.
Παρότι υπήρχαν ήδη αντιδράσεις, η προίκα διατηρήθηκε θεσμικά μέχρι το 1983. Τότε, με την αναμόρφωση του οικογενειακού δικαίου, η κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου κατήργησε επίσημα την προίκα, βάζοντας τέλος σε μια πρακτική που καθόριζε για αιώνες τη θέση της γυναίκας στην ελληνική κοινωνία.
Ήταν η αρχή μιας νέας εποχής. Οι γυναίκες δεν έπρεπε πια να φέρουν οικονομικά ανταλλάγματα για να παντρευτούν, και οι γάμοι έπαψαν να είναι εμπορικές συναλλαγές. Ο δρόμος προς την ισότητα άνοιξε, και η αξία μιας γυναίκας έπαψε να μετριέται με χρυσά νομίσματα, ακίνητα ή προικιόπανα.