Το χαμένο νησί που είδε μόνο ένας Έλληνας και μετά εξαφανίστηκε
Ένας Έλληνας είπε ότι είδε μια γη χωρίς νύχτα, χωρίς θάλασσα, χωρίς στεριά.
Κανείς δεν ξέρει πού ακριβώς ήταν. Κανείς δεν την ξαναείδε. Κανείς δεν τόλμησε να την περιγράψει με τόση σιγουριά. Ήταν ένα νησί έξι μέρες βόρεια της Βρετανίας. Ήταν γεμάτο πάγο και φως. Και ο πρώτος —και ίσως ο μόνος— άνθρωπος που είπε ότι το είδε, ήταν Έλληνας.
Ο Πυθέας από τη Μασσαλία δεν ήταν πολεμιστής ούτε βασιλιάς. Ήταν εξερευνητής και αστρονόμος. Στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., άφησε το λιμάνι του και έπλευσε στον Ατλαντικό. Πέρασε τις ακτές της Γαλατίας, της Βρετανίας, και συνέχισε προς τα βόρεια. Κανείς Έλληνας πριν από αυτόν δεν είχε πάει τόσο μακριά. Κανείς δεν το επιχείρησε ξανά για πολλούς αιώνες.
Ο ίδιος έγραψε πως, έπειτα από έξι μέρες πλεύσης από τη Βρετανία, έφτασε σ’ ένα παράξενο μέρος που το ονόμασε Θούλη. Εκεί, ο ήλιος δεν έδυε ποτέ το καλοκαίρι. Η θάλασσα δεν ήταν ακριβώς θάλασσα, αλλά κάτι σαν παχύρρευστη μάζα ανάμεσα σε νερό και πάγο. Ο αέρας ήταν περίεργος. Δεν υπήρχε σαφής στεριά. Ήταν σαν η φύση να βρισκόταν σε μεταβατική φάση.
Οι περιγραφές του ήταν τόσο περίεργες, που πολλοί δεν τον πίστεψαν. Ο Στράβων τον αποκάλεσε ψεύτη. Άλλοι πίστεψαν ότι πρόκειται για μύθο, όχι για ταξίδι. Όμως, όσα είπε ο Πυθέας μοιάζουν σήμερα με ακριβή περιγραφή του αρκτικού κύκλου. Εκεί όπου πράγματι το καλοκαίρι ο ήλιος δεν δύει και η θάλασσα γεμίζει πάγο, ομίχλη και παγωμένη λάσπη.
Κάποιοι λένε ότι η Θούλη ήταν η Ισλανδία. Άλλοι λένε ότι ήταν η Νορβηγία. Άλλοι πιστεύουν ότι δεν ήταν καθόλου κάποιο συγκεκριμένο νησί, αλλά μια συμβολική πύλη προς το άγνωστο. Ένα όριο, το τέλος του κόσμου, όπως τον γνώριζαν οι αρχαίοι. Μια πύλη από όπου πέρασε μόνο ο Πυθέας — και γύρισε για να το διηγηθεί.
Το έργο του δεν σώθηκε. Ό,τι ξέρουμε, το ξέρουμε από αποσπάσματα και αναφορές άλλων συγγραφέων. Η ίδια η Θούλη χάθηκε μέσα στους αιώνες. Ίσως να ήταν πάντα χαμένη. Ίσως να υπήρξε μόνο στη ματιά ενός ανθρώπου που κοίταξε τόσο βόρεια, ώστε να δει ένα άλλο φως.