Ήταν 13 Οκτωβρίου 1904 όταν η είδηση του θανάτου του Παύλου Μελά έφτασε σαν κεραυνός στους Έλληνες που αγωνίζονταν στη Μακεδονία. Ο εμβληματικός οπλαρχηγός έπεσε σε μάχη στο χωριό Στάτιστα της Καστοριάς, χτυπημένος από σφαίρα του οθωμανικού στρατού. Όμως, ο θάνατός του δεν ήταν το τέλος της ιστορίας. Η σορός του έπρεπε να σωθεί, να μην πέσει στα χέρια των Οθωμανών, που θα τον διαπόμπευαν. Και τότε, ξεκίνησε ένα από τα πιο συγκλονιστικά επεισόδια του Μακεδονικού Αγώνα: το κρυμμένο κεφάλι του Παύλου Μελά.
Ο υπαρχηγός του, ο Λάκης Πύρζας, μαζί με τους άντρες του κατάφεραν να απομακρύνουν το σώμα του από το σημείο της συμπλοκής. Όμως, ήξεραν ότι η παρουσία ενός τόσο γνωστού και αναγνωρίσιμου προσώπου θα οδηγούσε τους Τούρκους κατευθείαν στα ίχνη τους. Έπρεπε να πάρουν μια σκληρή και μακάβρια απόφαση: να αποχωριστούν το κεφάλι του Παύλου Μελά, ώστε να μην ταυτοποιηθεί. Ο Κωνσταντίνος (Ντίνας) Στεργίου ανέλαβε το φρικτό καθήκον. Με κοφτερό μαχαίρι αποκεφάλισε τον νεκρό καπετάνιο και έκρυψε το κεφάλι του σε ένα δισάκι.
Ο Πύρζας και οι άντρες του μετέφεραν το ακέφαλο σώμα του Μελά στο Ανταρτικό, ενώ ο Στεργίου, κρατώντας το κεφάλι, κατευθύνθηκε προς το Πισοδέρι. Ο φόβος μην ανακαλυφθεί το μακάβριο φορτίο του ήταν τεράστιος. Περνούσε από χωριά γεμάτα Τούρκους στρατιώτες, κρατώντας σφιχτά το δισάκι του, γνωρίζοντας πως αν τον σταματούσαν και το έβρισκαν, η εκτέλεσή του θα ήταν βέβαιη.
Στο Πισοδέρι, το κεφάλι παραδόθηκε στον παπά-Σταύρο Τσάμη, τον ιερέα που λειτουργούσε παράλληλα ως σύνδεσμος του Μακεδονικού Αγώνα. Με απόλυτη μυστικότητα, το κεφάλι του Παύλου Μελά θάφτηκε αρχικά στο παρεκκλήσι του Αγίου Χαραλάμπους, κάτω από την Αγία Τράπεζα. Ήταν μια ταφή γεμάτη φόβο και δέος. Όσοι παρευρέθηκαν ήξεραν πως αν αυτό το μυστικό έβγαινε προς τα έξω, θα ακολουθούσαν σφαγές και διώξεις.
Οι Οθωμανοί, όμως, δεν άργησαν να υποψιαστούν πως κάτι συνέβαινε. Οι έρευνες ξεκίνησαν, το Πισοδέρι βρισκόταν σε κατάσταση συναγερμού. Ο παπά-Σταύρος κατάλαβε πως η πρώτη ταφή δεν ήταν αρκετά ασφαλής. Λίγες μέρες αργότερα, μέσα στη νύχτα, ξεθάβει ξανά το κεφάλι του Μελά και το μεταφέρει στην κεντρική εκκλησία του χωριού, την Αγία Παρασκευή. Εκεί, το τοποθετεί κάτω από την Αγία Τράπεζα, σε ένα σημείο ακόμα πιο δύσκολο να βρεθεί. Αυτή τη φορά, κανείς άλλος δεν ήταν παρών. Το μυστικό έπρεπε να προστατευτεί με κάθε κόστος.
Το κεφάλι του Μελά έμεινε θαμμένο εκεί για σχεδόν τρία χρόνια. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία μπορεί να ήθελε να εξαφανίσει τη μνήμη του, αλλά οι συναγωνιστές του είχαν φροντίσει να διαφυλάξουν το σύμβολο του αγώνα. Το 1907, ο μητροπολίτης Γερμανός Καραβαγγέλης αποφάσισε πως είχε έρθει η στιγμή να δοθεί η κεφαλή στην οικογένειά του. Με απόλυτη μυστικότητα, ο παπά-Σταύρος και ο Λάζαρος Τσάμης την παρέδωσαν σε άνθρωπο του μητροπολίτη, και τελικά, το κεφάλι έφτασε στη Ναταλία Μελά, που είχε μεταβεί κρυφά στην Καστοριά.
Έτσι έληξε το μεγάλο μυστήριο της κεφαλής του Παύλου Μελά, μια ιστορία που δείχνει όχι μόνο τη σκληρότητα του Μακεδονικού Αγώνα, αλλά και τον σεβασμό των συναγωνιστών του προς τη μορφή του. Το κεφάλι του δεν έγινε λάφυρο στα χέρια των εχθρών. Παρέμεινε στα χέρια των Ελλήνων, προστατευμένο από ανθρώπους που διακινδύνευσαν τη ζωή τους για να διασώσουν την τιμή του νεκρού αρχηγού.