Το Σύνταγμα της 3ης Σεπτεμβρίου κατοχύρωσε την Ορθοδοξία αλλά έβαλε έναν όρο που δεν άρεσε στους ξένους
Με το Σύνταγμα του 1844, η Ορθοδοξία κατοχυρώθηκε ως επικρατούσα θρησκεία στην Ελλάδα.
Η Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου 1843 ξεκίνησε με το σύνθημα «Ζήτω το Σύνταγμα» και οδήγησε τον βασιλιά Όθωνα να υπογράψει το πρώτο Σύνταγμα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους. Μετά από δέκα χρόνια απόλυτης μοναρχίας, ο λαός, ο στρατός και οι πολιτικές δυνάμεις απαίτησαν να αποκτήσει η Ελλάδα θεσμούς κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης. Το νέο Σύνταγμα, που ψηφίστηκε λίγους μήνες αργότερα, όριζε με σαφήνεια το πολίτευμα, τα δικαιώματα των πολιτών και τη μορφή του θρόνου.
Μία από τις πιο κρίσιμες και συμβολικές διατάξεις του Συντάγματος του 1844 ήταν η αναγνώριση της Ορθοδοξίας ως επικρατούσας θρησκείας στην Ελλάδα. Η ρύθμιση αυτή δεν ήταν απλώς τυπική. Ερχόταν να εδραιώσει την Ορθοδοξία ως θεμέλιο ταυτότητας του ελληνικού έθνους, μετά από αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας. Η Εκκλησία της Ελλάδος χαρακτηρίστηκε αυτοκέφαλη, ενωμένη δογματικά με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, αλλά διοικητικά ανεξάρτητη.
Ωστόσο, το Σύνταγμα περιλάμβανε και έναν όρο που προκάλεσε αντιδράσεις στο εξωτερικό. Όριζε ότι κάθε μελλοντικός βασιλέας της Ελλάδας έπρεπε υποχρεωτικά να είναι Ορθόδοξος Χριστιανός. Η διάταξη αυτή έθετε εμπόδια στην επιλογή μονάρχη από τις μεγάλες ευρωπαϊκές δυναστείες, καθώς τα περισσότερα βασιλικά σπίτια της εποχής ήταν Καθολικά ή Προτεσταντικά. Ενώ η ρύθμιση αυτή ικανοποιούσε την εθνική συνείδηση των Ελλήνων, ενοχλούσε τις Προστάτιδες Δυνάμεις που είχαν υπογράψει τη Συνθήκη του Λονδίνου το 1832 χωρίς να προβλέπουν τέτοιο περιορισμό.
Η Αγγλία και η Γαλλία έδειξαν κάποια δυσαρέσκεια, ενώ η Ρωσία, ως ομόδοξη δύναμη, δεν αντέδρασε έντονα. Ο βασιλιάς Όθων, ο ίδιος καθολικός, αποδέχθηκε τη συνταγματική αυτή ρύθμιση αλλά η υποχρέωση για Ορθόδοξη πίστη στους διαδόχους του καθιστούσε δύσκολη την εξασφάλιση δυναστικής συνέχειας, ειδικά αν δεν αποκτούσε απογόνους που να ασπάζονταν την ορθόδοξη πίστη. Το πρόβλημα αυτό θα επανερχόταν δύο δεκαετίες αργότερα, με την έξωση του Όθωνα και την ανάγκη για νέο μονάρχη.
Ο περιορισμός του θρησκεύματος για τη βασιλική διαδοχή έδειχνε την αποφασιστικότητα των Ελλήνων να μην ξανακυβερνηθούν από μονάρχη αποκομμένο από το θρησκευτικό τους βίωμα. Ήταν ένας πολιτικός όρος με βαθύ θεολογικό και πολιτισμικό υπόβαθρο, που έδινε το στίγμα του ελληνικού κράτους στο διεθνές προσκήνιο. Δεν ήταν απλώς μια διοικητική λεπτομέρεια· ήταν ένα μήνυμα προς τους ξένους ότι η Ελλάδα είχε πλέον τη δική της ταυτότητα, και αυτή ξεκινούσε από την πίστη της.