Αποκτήθηκε τον Ιανουάριο και δεν χρειάστηκε καθόλου χρόνο προσαρμογής. Ο Μάρκο Μπάκιτς πήγε στον ΟΦΗ και είναι σαν να παίζει χρόνια εκεί.
«Κούμπωσε» γρήγορα και σταδιακά αρχίζει να βγάζει την ποιότητά του. Αυτή εξ αρχής ήταν δύσκολο να αμφισβητηθεί. Μία ματιά στο βιογραφικό του αρκούσε. Μία ακόμη στις εμφανίσεις που κάνει τον τελευταίο καιρό και επιβεβαιώνεται πως ο ΟΦΗ έχει πετύχει διάνα.
Θεωρήθηκε ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στο Μαυροβούνιο. Κάπως έτσι ήρθε και η μεταγραφή στην Ιταλία. Τορίνο και Φιορεντίνα τον απέκτησαν κρατώντας έκαστη το 50% των δικαιωμάτων του. Πρώτα έπαιξε στην Τορίνο, στη συνέχεια στη Φιορεντίνα και μέσω εκείνης παραχωρήθηκε δανεικός σε Σπέτσια και Μπελενένσες.
Άνθρωποι που τον γνωρίζουν καλά λένε ότι δεν έκανε την καριέρα που θα μπορούσε λόγω διάφορων συγκυριών. Στη Φιορεντίνα έπεσε πάνω σε εξαιρετικούς παίκτες και στη συνέχεια υπήρξαν κάποιοι σοβαροί τραυματισμοί. Φυσικά κέρδισε εμπειρίες από την Ιταλία και μέσα σε όλα έγινε καλός φίλος με τον Ντάβιντε Αστόρι, τον αρχηγό των «βιόλα» που αργότερα έχασε τη ζωή του.
Μπράγκα, Αλκορνκόν, ξανά Μπελενένσες και Μουσκρόν ήταν τα επόμενα βήματά του. Με τους Βέλγους λόγω του καλού συμβολαίου που είχε, έμεινε και όταν υποβιβάστηκαν. Και μετά από τόσα χρόνια στο εξωτερικό το καλοκαίρι επέλεξε να επιστρέψει στα πάτρια εδάφη.
Ο πρώτος στόχος
Για έναν παίκτη με παραστάσεις από μεγάλα πρωταθλήματα το να γυρνάει στο Μαυροβούνιο δεν είναι εύκολο. Αρχικά το συμβόλαιό του δεν είχε σχέση με αυτά που υπήρχαν στο πρωτάθλημα. Η Μπουντούσνοστ Ποντγκόριτσα μπορούσε να του προσφέρει μία σιγουριά. Εκεί θα έπαιζε όλα τα ματς προκειμένου να βρει ρυθμό, να πατήσει στα πόδια του και να ξαναφύγει.
Αυτή ήταν και η συμβουλή των γύρω του. Μάλιστα υπήρξε και ένα τρικ στο συμβόλαιό του. Μπήκε ένας όρος σύμφωνα με τον οποίο εάν βρισκόταν ομάδα πριν τις 15 Ιανουαρίου, ο Μπάκιτς θα έφευγε ως ελεύθερος. Τελικά εκπρόσωπός του Μάριος Κατσίκης έκλεισε τη συμφωνία με τον ΟΦΗ και κάπως έτσι ο Μαυροβούνιος κατέληξε στους Κρητικούς.
Στο Ηράκλειο με τις ευλογίες του νονού του ο Μπάκιτς
Τον Ιανουάριο δεν έδειξε ενδιαφέρον μόνο ο ΟΦΗ για τον 29χρονο. Δύο κυπριακές ομάδες μπήκαν στη μάχη για την απόκτησή του, αλλά δεν κατάφεραν να τον πείσουν. Είχε μεριμνήσει γι’ αυτό ο Ντράγκαν Τζουγκάνοβιτς.
Την αποκάλυψη την έκανε ο ίδιος ο Μπάκιτς, όταν πήγε στο Ηράκλειο για να υπογράψει. Συγκεκριμένα δήλωσε πως «από την πρώτη στιγμή που μου παρουσιάστηκε η ευκαιρία, είπα αμέσως “ναι”. Ήξερα για αυτή την ομάδα, γατί ένας καλός μου φίλος και νονός μου, έπαιζε εδώ. Ο Ντράγκας Τζουγκάνοβιτς! Και μου έχει πει πολλά».
Ο Τζουγκάνοβιτς άφησε το δικό του στίγμα στον ΟΦΗ και έχοντας βάλει το λάδι στον Μπάκιτς, ήταν μάλλον γραφτό και για τον δεύτερο να παίξει κάποια στιγμή στους «ασπρόμαυρους». Λίγα χρόνια νωρίτερα θα μπορούσε να έχει έρθει στην Ελλάδα για άλλη ομάδα ο Μαυροβούνιος διεθνής. Τότε η μεταγραφή δεν ολοκληρώθηκε. Τώρα οι υπογραφές έπεσαν. Σαν παιχνίδι της μοίρας, η οποία τον ήθελε να έρχεται στην Ελλάδα για την ίδια ομάδα που περίπου 30 χρόνια νωρίτερα ήρθε και ο νονός του.
Οι μνηστήρες, ο ΟΦΗ και η εθνική
Μέσω του επαναπατρισμού του ο Μπάκιτς έκανε το restart που έψαχνε. Μέσω του ΟΦΗ επιτεύχθηκε ο δεύτερος στόχος. Αυτός ήταν η επιστροφή στην εθνική Μαυροβουνίου. Τελευταία φορά είχε κληθεί τον Μάρτιο του 2021. Πέρασαν, δηλαδή, ακριβώς δύο χρόνια από τότε. «Η κλήση στην εθνική ομάδα είναι τιμή και προνόμιο για μένα», δήλωσε.
Ακολουθούν οι αγώνες με Βουλγαρία και Σερβία. Σε αυτούς ίσως πάρει την ευκαιρία να ανεβάσει ακόμη περισσότερο τις μετοχές του. Το σίγουρο είναι πως από τις πρώτες του εμφανίσεις με τους Κρητικούς φρόντισε να μην περνάει απαρατήρητος. Ήδη υπάρχουν «μάτια» πάνω του και τα επόμενα παιχνίδια θα αποτελέσουν ένα τεστ εν όψει καλοκαιριού. Φυσικά έχοντας συμβόλαιο έως το καλοκαίρι του 2024 τον τελευταίο λόγο τον έχει το κλαμπ, το οποίο προσπαθεί να μπει σε μία διαδικασία δημιουργίας υπεραξίας παικτών πια, ώστε στη συνέχεια να τους πουλάει.
Όσο για τον Μπάκιτς, δεν κρύβει πως περνάει πολύ καλά στο Ηράκλειο. Έχοντας μεγαλώσει στην Μπούντβα, του είναι αρκετά οικείο να ζει σε ένα παραθαλάσσιο μέρος. Η γυναίκα του και τα δυο τους παιδιά έχουν αρχίσει να απολαμβάνουν τη ζωή στην Κρήτη και ο ίδιος το ποδόσφαιρο. Αυτό αποτυπώνεται και στον αγωνιστικό χώρο και γίνεται εύκολα αντιληπτό στον καθένα που βλέπει τα τελευταία ματς του ΟΦΗ.