Τριάντα επτά ολόκληρα χρόνια πέρασαν από την πρώτη (και τελευταία μέχρι εφέτος) φορά που η Ρεάλ Μαδρίτης και η Λίβερπουλ τέθηκαν αντιμέτωπες σε τελικό Champions League.
Τότε η διοργάνωση ονομαζόταν Κύπελλο Πρωταθλητριών και, βέβαια, το φαβορί δεν ήταν οι «μερένγκες», αλλά οι «κόκκινοι» που προέρχονταν από τις κατακτήσεις του 1977 και του 1978.
Εν αντιθέσει με τα τελευταία χρόνια όπου οι Ισπανοί έχουν σαρώσει τη συντριπτική πλειοψηφία των τίτλων σε συλλογικό και εθνικό επίπεδο, τότε οι Άγγλοι κυριαρχούσαν στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο.
Συγκεκριμένα από το 1977 μέχρι το 1984 κατακτούσαν το Κύπελλο Πρωταθλητριών, με εξαίρεση το 1983 που το Αμβούργο εξασφάλισε το τρόπαιο στον τελικό του νεότευκτου ΟΑΚΑ κόντρα στη Γιουβέντους.
Πριμ… ήττας, πανηγυρισμοί για την… απώλεια του τίτλου
«Αυτή ήταν μία από τις ελάχιστες φορές που πήρα μπόνους για ήττα. Λάθος. Ήταν η μοναδική», αναφέρει σχετικά ο Βιθέντε ντελ Μπόσκε, τότε άσος των «μερένγκες».
Η διοίκηση της Ρεάλ Μαδρίτης έδωσε το ποσό των 525.000 πεσετών στους παίκτες για την υπέρβαση που έκαναν με την πορεία μέχρι το «Παρκ ντε Πρενς».
Πώς αλλάζουν οι εποχές… Οι «μερένγκες» των έξι κατακτήσεων έλαβαν πριμ επειδή συμμετείχαν στον τελικό έπειτα από 15 ολόκληρα χρόνια!
Ο Βούγιαντιν Μπόσκοφ, τότε τεχνικός της Ρεάλ Μαδρίτης, φοβήθηκε πολύ το ματς κι αυτός ήταν ένας από τους λόγους που η Λίβερπουλ κατέκτησε το 3ο Κύπελλο Πρωταθλητριών χάρη στη νίκη με 1-0.
«Ο προπονητής μας έθεσε στην υπηρεσία της… Λίβερπουλ. Όλες του οι ενέργειες αφορούσαν στην εξουδετέρωση των αντιπάλων κι αυτό δεν δούλεψε», υποστηρίζει ο Ντελ Μπόσκε.
Η παρουσία των Μαριάνο Γκαρθία Ρεμόν, Ραφαέλ Γκαρθία Κορτές, Αντόνιο Γκαρθία Ναβάχας και Άνχελ Γκαρθία Πέρεθ είχε χαρίσει στην ισπανική ομάδα το παρατσούκλι «η Μαδρίτη των Γκαρσία».
Το αστέρι της ομάδας ήταν ο Λόρι Κάνιγχαμ, ο οποίος είχε αφιχθεί το 1979 από τη Γουέστ Μπρομ έναντι του ποσού των 180.000.000 πεσετών (μεταγραφή ρεκόρ για τους «μερένγκες»).
«Όλοι ήμασταν μαχητικοί, ο Λόρι έβαζε τη φαντασία», θυμάται ο αμυντικός Ισιντόρο Σαν Χοσέ, ο οποίος είχε αγωνιστεί ως αλλαγή στον τελικό του 1981.
Η Ρεάλ Μαδρίτης είχε κατακτήσει το πρωτάθλημα του 1975, του 1976, του 1978, του 1979 και του 1980, αλλά στην Ευρώπη δεν κατάφερνε να καταγράψει διακρίσεις.
Έναν μήνα παρά μία ημέρα από τον τελικό, οι παίκτες του Μπόσκοφ πανηγύριζαν για τον τίτλο, χωρίς να λογαριάζουν ότι εκείνη τη στιγμή η Ρεάλ Σοσιεδάδ έβρισκε δίχτυα στο δικό της ματς και τους έπαιρνε τα σκήπτρα την τελευταία στιγμή.
Η πιο επιτυχημένη ισπανική ομάδα και όχι μόνο έπρεπε να ξεπεράσει το σοκ της απώλειας του τίτλου, όπως και τα προβλήματα τραυματισμών των Γκαρθία Ρεμόν, Ρικάρντο Γκαγέγκο (νοκ-άουτ), Ούλι Στίλικε (έπαιξε με χτυπημένο γόνατο), Λόρι Κάνιγχαμ (είχε σπάσει ένα δάκτυλο του ποδιού τον Νοέμβριο και δεν ήταν έτοιμος αλλά αγωνίστηκε).
Το μεγαλύτερο λάθος του Μπόσκοφ ήταν η συμμετοχή του Κάνιγχαμ, αφού από τον Νοέμβριο μέχρι τον τελικό είχε παίξει όλα κι όλα 45 λεπτά σε ματς της προηγούμενης εβδομάδας προς τιμήν του Πίρι, ο οποίος όδευε προς την ολοκλήρωση της σπουδαίας καριέρας του.
Ο αδικοχαμένος Άγγλος εξτρέμ έπαιξε χωρίς να είναι έτοιμος εξαιτίας της εμμονής του προπονητή του και αυτό στοίχισε αφάνταστα στη Ρεάλ Μαδρίτης.
Τι φοβόταν η Λίβερπουλ; Το φαγητό!
Προβλήματα τραυματισμών υπήρχαν και στο στρατόπεδο της Λίβερπουλ, με σημαντικότερο εκείνο του Κένι Νταλγκλίς, ο οποίος είχε χάσει τους ημιτελικούς με την Μπάγερν.
«Δεν είχα παίξει σε επίσημο ματς για έξι εβδομάδες πριν από τον τελικό, αλλά ήμουν αποφασισμένος να παίξω. Πέρασα όλα τα τεστ φυσικής κατάστασης και ήμουν έτοιμος για το Παρίσι. Δεν θα επέτρεπα ποτέ στον εαυτό μου να μην δώσω το «παρών» σε τελικό ευρωπαϊκής διοργάνωσης εξαιτίας έλλειψης αγώνων», τονίζει σχετικά.
Ένας άλλος αμφίβολος παίκτης των «κόκκινων» ήταν ο Άλαν Κένεντι, ο οποίος αφηγείται: «Έσπασα τον αστράγαλό μου στον πρώτο ημιτελικό με την Μπάγερν και ο γιατρός της ομάδας έκανε λόγο για 10 εβδομάδες αποχής.
Ήθελα να παίξω, αλλά δεν μπορούσαμε να βρούμε τι έπρεπε να κάνουμε. Να το δέναμε; Να του βάζαμε γύψο; Κάτι άλλο; Τελικά μου έβαλαν ένα μεταλλικό αντικείμενο. Ένιωθα τον αστράγαλο λίγο δυσκίνητο και βαρύ, ενώ στον σημερινό κόσμο του ποδοσφαίρου ια μπορούσε να χαρακτηριστεί επικίνδυνο».
Εκτός από τους δύο προαναφερθέντες, η Λίβερπουλ διέθετε άσους όπως ο Τέρι Μακ Ντέρμοτ, ο Γκρέιαμ Σούνες, ο Σάμι Λι, ο Φιλ Νιλ, ο Άλαν Χάνσεν και ο Ρέι Κένεντι (συνωνυμία με τον Άλαν, ο οποίος ήταν αριστερό μπακ κι ο Ρέι έπαιζε μπροστά του στα χαφ).
Ο αγωνιστικός χώρος του «Παρκ ντε Πρενς» δεν βρισκόταν σε καλή κατάσταση, επειδή δύο εβδομάδες νωρίτερα είχε φιλοξενήσει έναν αγώνα ράγκμπι, ενώ είχε προηγηθεί μια καμπάνια με φανέλες της Λίβερπουλ που τελείωσε με καθυστέρηση κι αυτό είχε ως αποτέλεσμα χιλιάδες οπαδοί της ομάδας να μην καταφέρουν να αγοράσουν εισιτήρια.
Γενικώς επικρατούσε σύγχυση σε διάφορα μέτωπα και ο Μπομπ Πέισλι δεν ήταν χαρούμενος, καθώς θεωρούσε ότι οι παίκτες του θα χάσουν τη συγκέντρωσή τους.
Το μόνο σίγουρο ήταν ότι δεν φοβόταν τον Κάνιγχαμ, όπως πίστευε ο Μπόσκοφ και ανασύρει στη μνήμη του ο Άλαν Κένεντι: «Είχαμε ένα σχετικό άγχος αλλά ο Πέισλι απλώς μας έλεγε ‘είναι γρήγορος, κάνει κολπάκια κι αυτό είναι όλο’. Η Λίβερπουλ ποτέ δεν ανησύχησε για κανέναν παίκτη και σπάνια
Στην πραγματικότητα, η πιο επιτυχημένη αγγλική ομάδα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις φοβόταν μόνο το ξένο φαγητό, εξ ου και η απόφαση να πάρουν μαζί τους κούτες με φασόλια και σοκολάτες. «Ήταν θαύμα που δεν μας πείραξε κάτι», αναφέρει σχετικά ο Άλαν Κένεντι.
«Πάμε, νικάμε, φεύγουμε», ήταν το μότο της Λίβερπουλ, τα στελέχη της οποίας «πέταξαν» τη Δευτέρα με αεροπλάνο της «Αer Lingus», κατέλυσαν στο ξενοδοχείο «Meridian» στο κέντρο του Παρισιού (σ.σ. μετά από μία διανυκτέρευση στις Βερσαλλίες) και δεν το άφησαν ποτέ παρά μόνο για να μεταβούν στο «Παρκ ντε Πρενς».
Οι «κόκκινοι» παρατάχθηκαν με καλυμμένο το λογότυπο της Umbrο στη δεξιά πλευρά της φανέλας, επειδή η UEFA απαγόρευε την προβολή χορηγών.
«Λίγες ώρες πριν από το ματς κολλάγαμε αυτοκόλλητα ο ένας στη φανέλα του άλλου! Εγώ στου Άλαν Χάνσεν, εκείνος στη δικιά μου, ο Φιλ Τόμπσον στου Φιλ Νιλ… Ήταν τελείως γελοίο και κάτι τέτοιο δεν θα συνέβαινε σήμερα, αλλά ο Μπομπ Πέισλι το πήρε θετικά.
Μας είπε ότι θα πρέπει να είμαστε ακόμη πιο αποφασισμένοι για τη νίκη. Το σκεπτικό του πάντα ήταν πως αν κάποιος μας βάζει εμπόδια στον δρόμο μας, τα ξεπερνάμε. Κι αυτό ακριβώς κάναμε», υπογραμμίζει ο Κένεντι.
Δεν ήξερε πώς να πανηγυρίσει…
Υπό το βλέμμα 48.360 θεατών, ο Κάρολι Παλοτάι (ναι, ο γνωστός στους Έλληνες φιλάθλους από την εχθρική προς τον Ολυμπιακό διαιτησία στο ματς του 1974 με την Άντερλεχτ) έδωσε την εντολή για να αρχίσει ο τελικός.
Η Λίβερπουλ είχε τον έλεγχο στο ξεκίνημα και στο 11ο λεπτό ο Άλαν Κένεντι έστειλε την προειδοποιητική βολή με ένα μακρινό σουτ που απέκρουσε ο Αγκουστίν Ροντρίγκεθ.
Τέρι Μακ Ντέρμοτ και Κένι Νταλγκλίς είχαν καλές στιγμές, προτού ο Χουανίτο αρχίσει να δημιουργεί προβλήματα στον αντίπαλο με τις έξυπνες πάσες του.
Μία εξ αυτών βρήκε τον Χοσέ Αντόνιο Καμάτσο, ο οποίος απέφυγε τον Άλαν Χάνσεν, προτού σουτάρει άουτ, σε ένα α’ ημίχρονο που ήταν προφανές ότι ο Λόρι Κάνιγχαμ έκανε περισσότερο κακό παρά καλό στη Ρεάλ.
Η Λίβερπουλ έχασε ευκαιρία για να πάρει το προβάδισμα στην εκπνοή του α’ μέρους με τον Γκρέιαμ Σούνες και παραλίγο να το πληρώσει στα πρώτα λεπτά μετά την ανάπαυλα, όταν η λόμπα του Καμάτσο πέρασε πάνω από τα δοκάρια του Ρέι Κλέμενς, ο οποίος είχε επιχειρήσει έξοδο για να τον σταματήσει.
Η Ρεάλ εξακολουθούσε να παίζει σε αργό τέμπο, εν αντιθέσει με τους «κόκκινους» που κρατούσαν μπάλα και χρησιμοποιούσαν συχνά τους εξτρέμ τους.
Το ρολόι σημάδευε το 81ο λεπτό, όταν ο Ρέι Κένεντι εκτέλεσε πλάγιο από αριστερά, ο Άλαν Κένεντι ξέφυγε από το μαρκάρισμα του Ραφαέλ Γκαρθία Κορτές, σούταρε από πλάγια θέση και νίκησε τον Αγκουστίν Ροντρίγκες, χαρίζοντας το τρόπαιο στη Λίβερπουλ.
Τα τελευταία λεπτά κύλησαν με τον Ροντρίγκες να κρατά μετά δυσκολίας το 1-0, χωρίς ωστόσο αυτό να έχει αντίκρισμα από τη στιγμή που οι συμπαίκτες του δεν απείλησαν τον Κλέμενς.
«Μερικά από τα άλλα παιδιά είχαν παίξει στους δύο προηγούμενους τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, αλλά εμένα ήταν ο πρώτος μου. Δεν κοιμήθηκα πολύ το προηγούμενο βράδυ. Σκεφτόμουν συνεχώς το ματς και πονούσα ακόμη στον αστράγαλο.
Αισθανόμουν ότι δεν θα σκοράρουμε ποτέ, αλλά δεν προσπαθούσα για το γκολ. Έτρεχα για να ανοίξω χώρους στους συμπαίκτες μου. Ο Ρέι μου πέταξε την μπάλα, μπήκα στην περιοχή, ο Γκαρθία Κορτές έκανε μία άτσαλη κίνηση και προσπάθησε να εξουδετερώσει εμένα και την μπάλα. Ο Αγκουστίν έκανε κίνηση προς τα αριστερά, νομίζοντας ότι θα σεντράρω και…
Ειλικρινά δεν ήξερα πώς να το πανηγυρίσω. ‘Τι κάνεις;’, αναρωτήθηκα. Μετά σκέφτηκα: ‘Σφύριξε ο διαιτητής; Το ακύρωσε; Μέτρησε; Σκόραρα στ’ αλήθεια;’ Δεν θυμάμαι κάποιον ιδιαίτερο πανηγυρισμό. Μετά το ματς, ο συνήθης Μπομπ, μάλλον μου είχε πει: ‘Λοιπόν, τα λέμε τον Ιούλιο’».
Οι συνθέσεις του τελικού
ΛΙΒΕΡΠΟΥΛ: Κλέμενς, Νιλ, Ά. Κένεντι, Τόμπσον, Ρ. Κένεντι, Χάνσεν, Νταλγκλίς (86′ Κέις), Λι, Τζόνσον, Μακ Ντέρμοτ, Σούνες.
ΡΕΑΛ ΜΑΔΡΙΤΗΣ: Αγκουστίν Ροντρίγκεθ, Γκαρθία Κορτές (87′ Πινέδα), Γκαρθία Ναβάχας, Σαμπίδο, Καμάτσο, Ντελ Μπόσκε, Άνχελ, Στίλικε, Χουανίτο, Σαντιγιάνα, Κάνιγχαμ.
«Νομίζω ότι σκότωσαν τον λάθος Κένεντι!»
Ενδιαφέρουσα ιστορία υπάρχει ακόμη και για το τρόπαιο που σήκωσε πρώτος ο αρχηγός Φιλ Τόμπσον στον ουρανό του Παρισιού.
«Νωρίτερα στη σεζόν, όταν είχαμε κατακτήσει το League Cup, είχαμε ξεχάσει το κύπελλο στο λεωφορείο για μια νύχτα. Επομένως όταν γυρίσαμε από το Παρίσι, ο Πίτερ Ρόμπινσον (σ.σ. γραμματέας της ομάδας) μου εξήγησε ότι ως αρχηγός θα έπρεπε να αναλάβω την ευθύνη της μεταφοράς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών, ακόμη κι αν χρειαζόταν να το πάω στο σπίτι μου.
Δεν χρειάστηκε να μου το πει δεύτερη φορά. Ήταν μέσα σε μία μεγάλη βελούδινη τσάντα, οπότε την έβαλα στο πίσω κάθισμα του Capri και πήγα κατευθείαν στο Falcon στο Κέρκμπαϊ. Αυτό ήταν το στέκι μου. Φώναξα τους άλλους, πήγαμε εκεί τα τρόπαια που είχαμε κατακτήσει, ήπιαμε όλες τις μπύρες και βάλαμε το Ευρωπαϊκό πίσω από το μπαρ. Κανείς δεν μπορούσε να το πιστέψει».
Αξίζει να γίνει αναφορά στο ντεμπούτο του Άλαν Κένεντι με τη φανέλα της Λίβερπουλ και, κυρίως, στη φαρμακερή ατάκα του Μπομπ Πέισλι.
«Το πρώτο μου ματς ήταν κόντρα στην ΚΠΡ στο «Άνφιλντ». Έκανα ένα σουτ με το δεξί, αυτό που χρησιμοποιώ για να στέκομαι, και πέτυχα με την μπάλα το κράνος ενός αστυνομικού. Επίσης παραχώρησα δύο κόρνερ και έκανα πολλά λάθη.
Ήθελα απλώς να τελειώσει το ημίχρονο για να πάρω ενθάρρυνση από τον προπονητή, αλλά όταν επέστρεψα στα αποδυτήρια, ο Μπομπ μου είπε: ‘Νομίζω ότι πυροβόλησαν τον λάθος Κένεντι…’».