Η Εθνική Ελλάδας του Γιοβάνοβιτς δεν έχει σχέση με καμία άλλη
Μέσα σε πολύ λίγο χρόνο στον πάγκο της Εθνικής Ελλάδας, ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς έχει αλλάξει πάρα πολύ την ομάδα. Δεν μοιάζει με κάποια άλλη.Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς ανέλαβε την Εθνική Ελλάδας για να την επαναφέρει στις μεγάλες διοργανώσεις. Θεωρητικά την ανέλαβε για να επαναφέρει κάποιες εργοστασιακές ρυθμίσεις. Δεν το έκανε. Φτιάχνει κάποιες δικές του, από την αρχή. Γι’ αυτό και η ομάδα της Ελλάδας δε μοιάζει με καμία από τις προηγούμενες.
Είναι μια βιαστική παραδοχή; Μπορεί και να είναι. Τα δεδομένα είναι, όμως, στο τραπέζι. Μπροστά μας. Ο Ιβάν Γιοβάνοβιτς δεν θέλει μια ομάδα που απλά θα παλεύει και θα… κλέβει τα παιχνίδια. Επιθυμεί να βλέπει ένα σύνολο που θα κυριαρχεί, θα παίζει και θα κερδίζει. Χωρίς να έχει τόση σημασία ο αντίπαλος. Σε ότι αφορά τον τρόπο που θα αγωνίζεται τουλάχιστον.
Στα δύο πρώτα παιχνίδια δεν είχε προλάβει να διορθώσει / αλλάξει πολλά. Πήγε σε safe καταστάσεις τακτικά. Έβαλε στο μυαλό των παικτών του μόνο ένα πράγμα. Τη νίκη, το αποτέλεσμα, με όποιο τρόπο. Χωρίς να έχει σημασία η εμφάνιση και η απόδοση. Το έκαναν οι Έλληνες διεθνείς. Στην πρώτη δυάδα αγώνων στο Nations League κέρδισαν, κάνοντας τα βασικά. Η συνέχεια όμως θα ήταν διαφορετική.
Σίγουρα, την Τετάρτη το βράδυ μπήκε μια γραμμή. Δυστυχώς μαύρη. Η Εθνική Ελλάδας και ειδικά οι παίκτες αυτής της Εθνικής βιώνουν μια άλλη πραγματικότητα. Πήραν την κουκίδες της ζωής και άρχισαν να τις ενώνουν σε ένα διαφορετικό μονοπάτι. Αυτό που δεν υπολογίζει κανείς παίκτης να διαβεί στην καριέρα του. Αυτό της απώλειας συμπαίκτη. Η απώλεια του Τζορτζ Μπάλντοκ έκανε αυτή την ομάδα να παλεύει για έναν σκοπό παραπάνω. Για τον συμπαίκτη και φίλο τους που δεν μπορεί να είναι πια εκεί.
Είναι η στιγμή που ο κάθε Έλληνας παίκτης έκανε τον δικό του αυτοπροσδιορισμό στη ζωή. Τι μετράει, τι έχει αξία τελικά και πόσο εφήμερα είναι όλα σε αυτή τη ζωή. Αυτό το reset, αυτό το κουμπί της εσωτερικής ανασυγκρότησης πατήθηκε εν μέσω ποδοσφαιρικών αγώνων.
Αλλιώς με Γιοβάνοβιτς…
Έτσι, η Εθνική Ελλάδας παρουσιάστηκε στο Λονδίνο και κέρδισε την Εθνική Αγγλίας. Αυτό το είπαν και το έγραψαν πολλοί. Σε αυτό που πρέπει να υπερθεματίσουμε όμως, είναι πως η Ελλάδα δεν έκλεψε το ματς, δεν ήταν τυχερή. Μπήκε, έπαιξε, το πήρε. Ήταν καλύτερη, ανώτερη, πιο ομάδα. Πιο καλή ομάδα από τους Άγγλους.
Η αναμέτρηση με την Ιρλανδία ήταν πιο δύσκολη όμως. Διότι, κόντρα στην Αγγλία ουδείς θα μπορούσε να ζητήσει εξηγήσεις αν οι διεθνείς έχαναν το ματς. Κανείς δεν είχε απαίτηση για τίποτε. Όχι σε επίπεδο αποτελέσματος, ούτε καν σε επίπεδο εμφάνισης.
Στο παιχνίδι με τους Ιρλανδούς στο Καραϊσκάκη όμως, όλοι είχαν. Όχι απαίτηση, αλλά προσδοκία. Το μαρτυρούσε ο κόσμος που έκανε sold out στο φαληρικό γήπεδο. Είχε κινδύνους όμως η αναμέτρηση. Το ψυχολογικό άδειασμα με όλα όσα είχαν ζήσει οι παίκτες τις προηγούμενες μέρες.
Και φυσικά μια ομάδα που θα κλεινόταν πίσω και θα περίμενε στην άμυνά της. Αυτό έκανε. Οι Ιρλανδοί να αμυνθούν ήθελαν, γι αυτό και έπαιξαν με διπλή ζώνη άμυνας και πολύ κοντά τις γραμμές τους. Μάλιστα και πολύ κοντά στην περιοχή του Κέλεχερ.
Η Εθνική του Ιβάν Γιοβάνοβιτς έδειξε ότι έχει όμως ένα ακόμα στοιχείο στο ρεπερτόριό της. Ποιο; Το να μπορεί να ανοίξει πολυπρόσωπες άμυνες. Κι ας μην έχει το κλασικό «δεκάρι» στην ενδεκάδα της. Είτε τις συνεχείς κινήσεις των Σιώπη και Μπακασέτα ανάμεσα στις γραμμές, είτε με τις πλαγιοκοπήσεις, είτε με το πρεσάρισμα για να έρθει κλέψιμο ψηλά.
Η Ελλάδα βρήκε τις λύσεις και δείχνει ότι μπορεί να κερδίσει με κάθε τρόπο. Οι δύο τελευταίες επικρατήσεις της είναι κυριαρχικές και τη φέρνουν στην κορυφή της βαθμολογίας. Με επιθετικό ποδόσφαιρο, με κατοχή μπάλας και ποδόσφαιρο πρωτοβουλίας. Ασυνήθιστο να το βλέπει κανείς στην Εθνική αυτό. Θα είναι ακόμα πιο ωραία η συνέχεια.