Το 18ο Διαμέρισμα είναι μία από τις γραφικότερες και πιο μποέμ συνοικίες του Παρισιού, η Μονμάρτη. Εκεί συναντά κανείς την περίφημη Σακρέ-Κερ (Sacré-Coeur), το επίσης διάσημο, Μουλέν Ρουζ (Moulin Rouge). Πολλοί ζωγράφοι, όπως ο Πικάσο, ζούσαν άλλοτε στην περιοχή. Το ότι ο Κένι Λαλά, νέος παίκτης του Ολυμπιακού, μεγάλωσε σε αυτά τα μέρη, ίσως εξηγεί την καλλιτεχνική χροιά που εντοπίζει κανείς στο παιχνίδι του. Το ένα κάποιο αλέγκρο στοιχείο που του επιτρέπει, αν και αμυντικός, να διακρίνεται και επιθετικά.
Το όποιο ταλέντο, βέβαια, δεν αρκεί. Και η ιστορία (ποδοσφαιρικής) ζωής του Κένι Λαλά είναι κυρίως μια συνεχής προσπάθεια, μια απαράμιλλη θέληση βελτίωσης και υπέρβασης των ορίων του. Το κλισέ «γεννήθηκε με μια μπάλα στα πόδια» κουμπώνει στην περίπτωσή του. Ο σύντροφος της μητέρας του ήταν προπονητής σε μια παριζιάνικη ομάδα ποδοσφαίρου, στα παιδικά τμήματα. Εκεί πρωτόπαιξε μπάλα, εκεί ξεκίνησαν όλα. Το σχολείο δεν του άρεσε. Τα παράτησε στο Λύκειο. Εκανε διάφορες δουλειές του ποδαριού, από πωλητής στα Zara μέχρι διανομέας, για να τα συνεισφέρει οικονομικά σπίτι. Είπε στη μαμά του ότι ποντάρει τα πάντα στο ποδόσφαιρο και ότι αν τελικά αποτύγχανε, τότε θα έκανε ό,τι αυτή του ζητούσε για να «ρεφάρει». Δεν χρειάστηκε….
Χτίζοντας χαρακτήρα
Τις βάσεις του αθλήματος τις απέκτησε στην Παρί FC, τότε ομάδα της National (Γ’ Κατηγορία). Εκεί διάνυσε τη μεγάλη απόσταση ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα. Πείσμωσε από την αμφιβολία για το «αν κάνει» που εισέπραττε. Περισσότερο, πάντως, ήθελαν να τον τσιγκλήσουν, να τον ατσαλώσουν. ‘Ηταν σαφές ότι είχε potential. «Μάτωσε» για να πείσει ότι αξίζει. Ο πρόεδρος του υποσχέθηκε ότι αν κάνει δύο καλά στη σειρά παιχνίδια θα του κάνει και το πρώτο του επαγγελματικό συμβόλαιο. Αυτό συνέβη, αυτό ήταν η αρχή.
Δεν πήγαν, ωστόσο, όλα αμέσως κατ’ ευχήν. Ο κόσμος του επαγγελματικού ποδοσφαίρου τον προβλημάτισε, τον άγχωσε. Γρήγορα συνειδητοποίησε ότι ήταν προς το συμφέρον του να αλλάξει φανέλα. Δεν τον πτόησαν τα αποτυχημένα δοκιμαστικά σε Καέν και Λιλ. Πήγε βόρεια. Πρώτα Βαλανσιέν (2011-15), μετά Λανς (2015-17). Ήταν πιο δύσκολα από όσα περίμενε. Αλλά δεν επρόκειτο να κάνει καμία έκπτωση. Στα γήπεδα της Λιγκ 2 έμαθε ότι τίποτα δεν είναι απλό και ό,τι τα αγαθά κόποις κτώνται. Αργά, αλλά σταθερά, έχτισε χαρακτήρα. Έπαψε να αρκείται στο να είναι απλώς «παρών». Έβαλε στόχο να γίνει σημαντικός, να βελτιώνεται και να προσφέρει πραγματικά.
Ήταν πια πανέτοιμος
Όταν, στα 25 του, τον φώναξε το Στρασβούργο ήταν πια πανέτοιμος για τη Ligue 1. Τα 3,5 χρόνια που έμεινε στην Αλσατία ήταν, είναι, τα καλύτερα της καριέρας του. Ειδικά εκείνη η φοβερή και τρομερή σεζόν του 2018-19. Πετούσε. Ήταν ο πιο παραγωγικός σε γκολ και ασίστ πλάγιος μπακ στα 5 μεγάλα πρωταθλήματα της Ευρώπης, πανηγύρισε την κατάκτηση του Λιγκ Καπ, του πρώτου και μοναδικού ως τώρα τροπαίου στο παλμαρέ του. Υπήρξε επίσης hot μεταγραφικό όνομα για μεγάλα κλαμπ, ενώ είχε γεννηθεί debate σχετικά με το αν έπρεπε να τον καλέσει ο Ντιντιέ Ντεσάν στην Εθνική Γαλλίας. Δεν συνέβη, δεν σημαίνει και ότι δεν άξιζε προσκλητήριο. Συνέχισε να είναι καλός μετά, όχι πάντως όπως εκείνη τη μαγική σεζόν. Τον περιόρισε η αγωνιστική πτώση του Στρασβούργου.
Από μικρός ονειρευόταν να παίξει στο Champions League. Ο Ολυμπιακός είναι η 1η του ομάδα τέτοιου επιπέδου. Έχει παίξει, βέβαια, ήδη απέναντι σε τεράστιους ποδοσφαιριστές. Νεϊμάρ, Ιμπραΐμοβιτς… Ουδέποτε φοβήθηκε, ουδέποτε έχασε την αυτοσυγκέντρωσή του. Δεν εντυπωσιάζεται εύκολα. Βέβαια μετά, όταν πέφτουν οι σφυγμοί, αρχίζει να το βλέπει λίγο αλλιώς. Όπως την πρώτη φορά που έπαιξε στο «Παρκ ντε Πρενς». Για έναν γέννημα-θρέμμα Παριζιάνο αυτή δεν γινόταν να είναι απλώς «ακόμα μια στιγμή»…
Το αγωνιστικό – και όχι μόνο- προφίλ
Ποδοσφαιρικά ομιλώντας, είναι ένα επιθετικογενές δεξί μπακ, που το «έχει» στο 1 εναντίον 1 και ξέρει πώς να δημιουργεί επιλογές και τις λύσεις μπροστά. Διαθέτει τεχνική άνω του μέσου όρου, καθαρό μυαλό, ηρεμία, εξαιρετική ακρίβεια στις σέντρες και πολύ καλές εκτελέσεις στα στημένα. Είναι, επίσης, πολυσύνθετος. Εχει παίξει και αριστερά, «6άρι», εξτρέμ. Οπού χρειάζεται, οτιδήποτε χρειάζεται η ομάδα. Στα μείον του; Υστερεί τακτικά, ενώ δεν είναι επαρκώς «σκληρός», διεκδικητικός. Διαχρονικό μείον του και το ψηλό παιχνίδι. Παρότι το έχει βελτιώσει. Γιατί δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Είναι ανταγωνιστικός, θέλει πάντα να κερδίζει.
Μακριά από τα γήπεδα, παραμένει «αρρωστάκι» με την μπάλα. Αν δεν του ‘βαζε φρένο η γυναίκα του να δουν και καμία σειρά, στην τηλεόραση δεν θα έβλεπε τίποτα άλλο – άντε λίγο ΝΒΑ, του αρέσει και το μπάσκετ. Γενικώς, είναι πολύ «της οικογενείας». Με τη γυναίκα του και τα παιδιά του. Τον φωνάζουν «Tiken », του το κόλλησαν οι θείες του στη Μαρτινίκα (από όπου κατάγεται) και σημαίνει «Μικρός Κένι». Έχει, επίσης, μεγάλη αδυναμία στη μαμά του. Τα πρώτα χρόνια της καριέρας του αυτή εκτελούσε χρέη ατζέντη του. Πανταχού παρούσα, αλλά και περήφανη, συνεχίζει ακόμα να εργάζεται (σε μια μεσιτική εταιρεία) παρότι ο γιος της, της λέει συνεχώς να τα αφήσει όλα και. Έχει «χτυπήσει» τατουάζ το όνομά της, όπως και όλων των κοντινών του προσώπων. Ξεχωρίζει, πάντως, ένα στο λαιμό του. Στη μνήμη ενός παιδικού του φίλου, που έφυγε πολύ νωρίς από τη ζωή κάτω από τραγικές συνθήκες…
Απίθανες προσφορές και σούπερ πακέτα σε παιδικά περιοδικά και παραμύθια στο Magbox.gr.