Σαν σήμερα (17/6) το 1964, στην παράταση του αγώνα Κυπέλλου Παναθηναϊκός – Ολυμπιακός, περίπου 25.000 εξαγριωμένοι φίλαθλοι, που θεώρησαν ότι ο αγώνας είναι στημένος, εισέβαλαν και κατέστρεψαν ολοκληρωτικά το γήπεδο της Λεωφόρου.
Ήταν Τετάρτη 17 Ιουνίου 1964, ένα τυπικό καλοκαιριάτικο απομεσήμερο στην Αθήνα με αποπνικτική ζέστη, όταν ο Παναθηναϊκός υποδέχτηκε τον Ολυμπιακό στον ένα ημιτελικό του Κυπέλλου Ελλάδας. Στο κατάμεστο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ο Παναθηναϊκός έπαιζε με στόχο το νταμπλ, καθώς προερχόταν από την κατάκτηση ενός αήττητου πρωταθλήματος – μοναδικό ρεκόρ στην Α’ Εθνική. Ο Ολυμπιακός επιζητούσε τη νίκη για να σώσει τη χρονιά με τη διεκδίκηση του Κυπέλλου. Ο νικητής της συνάντησης θα αντιμετώπιζε στον μεγάλο τελικό την ΑΕΚ, η οποία νωρίτερα είχε αποκλείσει τον Πιερικό με 3-1.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ: Η ατζέντα της ημέρας
Όλα κύλησαν ομαλά στην κανονική διάρκεια του αγώνα, που έληξε ισόπαλος με 1-1. Ο Ολυμπιακός προηγήθηκε στο 16ο λεπτό με τον Νεοφώτιστο και ο Παναθηναϊκός ισοφάρισε στο 36ο με τον Δομάζο. Το παιχνίδι ήταν δυνατό, σκληρό και συναρπαστικό, όπως αρμόζει σ’ ένα ντέρμπι. Οι δύο αιώνιοι αντίπαλοι οδηγήθηκαν σε ημίωρη παράταση. Η ζέστη πρέπει να είχε επιδράσει αρνητικά στους 22 ποδοσφαιριστές, που παρέπαιαν μέσα στο γήπεδο. Οι ευκαιρίες που χάθηκαν από τους Δομάζο και Παπάζογλου ήταν παιδαριώδεις.
Οι φίλαθλοι και των δύο ομάδων θεώρησαν «σικέ» τον αγώνα, για να επαναληφθεί προς όφελος των ταμείων της ΕΠΟ, του Παναθηναϊκού και του Ολυμπιακού και άρχισαν να φωνάζουν: «Πουλημένοι», «Θα μπούμε μέσα», «Θα γίνει Περού». (Λίγες μέρες πριν, κατά τη διάρκεια του αγώνα Περού – Αργεντινής ξέσπασαν επεισόδια, όταν ο διαιτητής ακύρωσε γκολ των γηπεδούχων, με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο 318 φίλαθλοι).
Το σύνθημα «Θα μπούμε μέσα» ξανακούστηκε πέντε λεπτά πριν από τη λήξη της παράτασης και αυτή τη φορά δεν ήταν σχήμα λόγου. Το πλήθος όρμησε στον αγωνιστικό χώρο και τα έκανε «Γης Μαδιάμ». Κατέστρεφε και πυρπολούσε ό,τι έβρισκε μπροστά του: διαφημιστικές πινακίδες, γκολπόστ, δίχτυα, μικροφωνικές εγκαταστάσεις, θέσεις των επισήμων, το ιατρείο του γηπέδου και τα αποδυτήρια. Παίκτες, διαιτητές και παράγοντες εξαφανίσθηκαν και ο αγώνας διακόπηκε.
Η Αστυνομία, μπροστά στην οργή του λαού, τήρησε ψύχραιμη έως παθητική στάση κι έτσι δεν υπήρξαν θύματα. Συνέβαλε και το γεγονός ότι οι εισβολείς- οπαδοί και των δύο ομάδων είχαν τον νου τους στους βανδαλισμούς και δεν συνεπλάκησαν μεταξύ τους. Οι 1500 αστυφύλακες που ήταν επιφορτισμένοι με την τήρηση της τάξης άρχισαν να χειροκροτούν το οργισμένο πλήθος, με διαταγή του αστυνομικού διευθυντή Γεωργίου Κανελλάκη, προκειμένου να συμβάλουν στην εκτόνωση της κατάστασης.
Οι ζημιές που προκλήθηκαν στο ιστορικό γήπεδο ξεπέρασαν το 1.000.000 δραχμές, ποσό πολύ μεγάλο για την εποχή εκείνη. Το Διοικητικό Συμβούλιο του Παναθηναϊκού συνεδρίασε εκτάκτως μετά τα θλιβερά γεγονότα και εξέδωσε ανακοίνωση, στην οποία υπογραμμιζόταν: «Ο Παναθηναϊκός αποκρούει με αγανάκτησιν τη µοµφή ότι το ματς ήτο προσυνεννοηµένο. Διαμαρτύρεται για τους βανδαλισµούς και ζητά την παραδειγµατικήν τιµωρίαν των ενόχων». Και η αντίστοιχη ανακοίνωση του Ολυμπιακού: «Ουδείς έχει το δικαίωμα να κατασπιλώνει την ιστορία του Ολυμπιακού, τους αθλητάς του και τη διοίκησή του. Αποδοκιμάζουμε τους βανδαλισμούς και εκφράζουμε τη συμπάθειά μας προς τον Παναθηναϊκόv».
Η ΕΠΟ, που επελήφθη της υποθέσεως μηδένισε και τους δύο αντιπάλους και δεν όρισε επαναληπτικό ημιτελικό. Δεν ανακήρυξε, όμως, κυπελλούχο την ΑΕΚ, που είχε προκριθεί στον τελικό, όπως ζητούσαν οι εφημερίδες και η φίλαθλη γνώμη. Απλώς τη δήλωσε ως εκπρόσωπο του ελληνικού ποδοσφαίρου στο Κύπελλο Κυπελλούχων Ευρώπης της προσεχούς περιόδου. Αργότερα, η αδικία άρθηκε και η ΕΠΟ αναγνώρισε την ΑΕΚ ως Κυπελλούχο Ελλάδας για το 1964.