Άνταμ Τσέριν: Το τραύμα στη Νυρεμβέργη με ολίγη από Μαυροπάνο, η αναγέννηση στη Ριέκα – Πώς ο Παναθηναϊκός είναι κοντά σε έναν από τους πλέον υποσχόμενους Σλοβένους μέσους
Ποιος είναι ο 22χρονος μέσος που φέρεται να είναι κοντά στο να φορέσει την πράσινη φανέλα; Παρουσίαση!Ο Άνταμ Τσέριν και ο Παναθηναϊκός είναι πολύ κοντά στο να πορευτούν μαζί, ο Σλοβένος χαφ έχει πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία να μας πει!
Τι θα κοιτούσατε κυρίως αν ήσαστε σκάουτ και σας ζητούσε η ομάδα σας να βρείτε ένα δημιουργικό χαφ; Η απάντηση κατά βάση κρύβεται στην ερώτηση. Δημιουργικότητα. Κάτι που εκφράζεται με διάφορους τρόπους. Κυρίως με την ανάγνωση του παιχνιδιού. Δίνει (ο δημιουργικός αυτός χαφ) ροή με τον τρόπο που μοιράζει την μπάλα; Βγάζει την ομάδα γρήγορα και σωστά μπροστά; Πόσες πάσες-κλειδιά καταγράφει; Είναι καλός στο κοντινό και στο μακρινό παιχνίδι; Παίζει κάθετα; Ντριμπλάρει;
Για τον Τσέριν τα περισσότερα από τα άνωθεν είναι «τικαρισμένα». Πραγματικά έχει potential, είναι ένα πολύ ενδιαφέρον 8άρι (ικανό να παίξει και ως 6άρι). Αλλά την ίδια στιγμή εμφάνισε σε καίρια σημεία μια ελεγχόμενα εύθραυστη νοοτροπία, ενώ το physic του δεν μίλησε υπέρ του. Χωλαίνει επίσης αναλογικά σε αυτά που μετράνε (γκολ+ασίστ). Και ήταν και άτυχος στο timing που επιχείρησε το βήμα παραπάνω. Εξ ου και ότι στα 22 του κουβαλάει μια κραυγαλέα αποτυχία τη μία φορά που ανέβασε πολύ τον πήχη της δυσκολίας. Στη Νυρεμβέργη. Εκεί δηλαδή από όπου πέρασε και δεν ακούμπησε. Νέτα σκέτα.
Γιατί ο Τσέριν δεν τα κατάφερε στη Νυρεμβέργη
Ναι, δεν πήρε ευκαιρίες. Ναι, οι συνθήκες που συνάντησε απείχαν πολύ από ιδανικές και βρέθηκε να παίζει σε μια κακή ομάδα που παρέμεινε στη Β’ Κατηγορία της Γερμανίας μόνο χάρη στα μπαράζ. Αλλά ουσία είναι πως δεν τα κατάφερε. Και μαζί είχε μια ατυχία ή αδικία. Κατατάχθηκε ως «ύποπτη μπίζνα» του τότε αθλητικού διευθυντή. Του Κροάτη Ρόμπερτ Παλίκουτσα. Κόστισε 1,1 εκατ. ευρώ και υπέγραψε 4ετές συμβόλαιο με γενναίες απολαβές.
Ποσά που στους γύρω γύρω του κλαμπ θεωρήθηκαν υπερβολικά για έναν παίκτη που τότε μόλις είχε γίνει 20 ετών και η μοναδική του προϋπηρεσία ως επαγγελματίας ήταν δύο καλές σεζόν στην Ντομζάλε, την ομάδα δηλαδή που διδάχτηκε το σπορ. Η Νυρεμβέργη είχε μόλις υποβιβαστεί από την Bundesliga, τα πάντα διογκώνονταν, ο αρνητισμός και η τοξικότητα πήγαιναν σερί με αυτό που είχαν ζήσει «αμέσως νωρίτερα».
«Τέτοιο παίκτη δεν είχαμε», έλεγε πάντως τότε ο Παλίκουτσα και εξηγούσε: «Τόσο καλό δηλαδή με την μπάλα στα πόδια και με τόσο καλό μάτι, που πάντα αναζητά τη σωστή παικτικά λύση». Μόνο που οι απαιτήσεις φόρτωσαν με τεράστιο βάρος την προσπάθεια του νεαρού Άνταμ. Είχε που ‘χε ο καψερός την αγωνία της πρώτης προσπάθειας μακριά από το σπίτι του, έπρεπε παράλληλα να δικαιολογήσει τα χρήματα που κόστισε, να αποδείξει πως είναι κάτι σπέσιαλ, ενώ ακόμη ήταν υπό διαμόρφωση. Χωρίς ελαφρυντικά, χωρίς «ναι μεν αλλά».
Ο Μαυροπάνος και το ματς που τον χαντάκωσε
Μόνο πέντε συμμετοχές πραγματοποίησε στην Τσβάιτελιγκα. Άπασες ολιγόλεπτες, σκάρτα 90 λεπτά συνολικά. Και μόνο μια ως βασικός, σε μια βαριά ήττα από το Αμβούργο (1-4). Το ματς που στην ουσία τον χαντάκωσε οριστικά και αμετάκλητα. Ήταν εντελώς χαμένος στο γήπεδο, εκτός τόπου και χρόνου. Ούτε καν το ημίχρονο δεν περίμενε ο προπονητής του (Γενς Κέλερ) για να τον βγάλει αλλαγή. Αυτή ήταν η μία και μοναδική φορά που έπαιξε συμπαίκτης σε επίσημο παιχνίδι με τον Ντίνο Μαυροπάνο. Ο Έλληνας στόπερ είχε μόλις πάει εκείνο το Γενάρη στη Νυρεμβέργη, ως δανεικός από την Άρσεναλ. Εν αντιθέσει με τον Τσέριν, θα αντλούσε το μέγιστο δυνατό κέρδος από αυτήν την εμπειρία. Αλλά αυτό είναι μία άλλη κουβέντα.
Δανεικός για να γίνει… αγύριστος και ο άνθρωπος-κλειδί
Ο Σλοβένος χαφ ήταν «τελειωμένος». Ειδικά καθώς ο Παλίκουτσα είχε χάσει πια τον έλεγχο, οι μεταγραφές του, σχεδόν όλες, δεν είχαν βγει. Γι’ αυτό και είδε την πόρτα της εξόδου στο τέλος εκείνης της μαρτυρικής σεζόν, με τον Ντίτερ Χέκινγκ να τον διαδέχεται. Ο άλλοτε εμβληματικός κόουτς του γερμανικού ποδοσφαίρου ξεκινούσε μια νέα καριέρα και στο «έμπα» του ήθελε με τη μία να μαρκάρει την περιοχή του. Σβήνοντας τις ανορθογραφίες του παρελθόντος, ορίζοντας το δικό του γίγνεσθαι.
Ο Τσέριν, παιδί του «πρώην», δόθηκε δανεικός στη Ριέκα. Εξ αρχής με ορίζοντα διετίας. Δείγμα του ότι τον είχαν ξεγραμμένο, ούτε καν το κλασικό «δώσε του μια σεζόν αλλού να δούμε πώς θα πάει και το βλέπουμε ξανά». Το φοβερό είναι πως στην Κροατία αντάμωσε εκ νέου με τον… Παλίκουτσα! Που ανέλαβε αθλητικός διευθυντής (κι) εκεί. Βρεθήκαμε έτσι, πριν από λίγες μέρες, σε μια περίεργη και ασυνήθιστη κατάσταση. Να χειρίζεται ο άνθρωπος που «φόρτωσε» στη Νυρεμβέργη τον παίκτη την προσπάθεια να τον αγοράσει από αυτήν. Στην πρώην, εννοείται, δεν του έκαναν το παραμικρό σκόντο. Ζητούσαν ακατέβατα 900 χιλ. ευρώ. Λεφτά που η Ριέκα δεν μπορούσε να δώσει ώστε να αγοράσει τον παίκτη.
Η Ριέκα ήταν αυτό που ο Τσέριν είχε ανάγκη
Γιατί και αυτό έχει τεράστια σημασία στην ιστορία μας, ο Τσέριν αναγεννήθηκε στο νέο του περιβάλλον. Πήρε παιχνίδια, μαζί ξανά τα πάνω του. Έγινε σημαντικότατος, ξάφνου τα λόγια αυτοπεποίθησης που είχε πει όταν πήγε στη Γερμανία («είμαι απόλυτα ικανός να κάνω τη διαφορά») και του γύρισαν αρχικά μπούμερανγκ ως ειρωνεία, αποκτούσαν απόλυτα ρεαλιστική χροιά. Τον βοήθησε τα μέγιστα πως το μεγαλύτερο διάστημα του στην Κροατία, προπονητής ήταν ο Σίμον Ρόζμαν, αυτός δηλαδή που τον ξεχώρισε στην Ντομζάλε και τον έριξε στα βαθιά, με εμπιστοσύνη και πίστη.
Το ίδιο διάστημα, ο Τσέριν «ψήλωσε» κάμποσο σε επιρροή και στην Εθνική του ομάδα, με αποτέλεσμα να θεωρείται αυτή τη στιγμή ένας από τους καλύτερους Σλοβένους ποδοσφαιριστές της εποχής. Καλά όλα αυτά, αλλά τη Νυρεμβέργη δεν τη συγκίνησαν. Είχε θεωρηθεί παίκτης του πρότερου «καθεστώτος» και γενικώς δεν είχαν σοβαρή διάθεση να ασχοληθούν ξανά μαζί του. Ούτε ο ίδιος ο 22χρονος όμως, ήθελε να επιστρέψει στους «Φράγκους». Ήταν μια εμπειρία που τον πλήγωσε και δεν ήθελε να ρισκάρει να τον ρίξει ξανά το παλιό τραύμα, που τόσο κόπο έκανε να ξεπεράσει.
Ο Παναθηναϊκός εντόπισε το ευνοϊκό για deal περιβάλλον και φαίνεται πως θα είναι ο επόμενος σταθμός του και μάλιστα με λιγότερα λεφτά (700 χιλ. ευρώ) απ’ αυτά που ζητούταν από τη Ριέκα – είπαμε, οι συνθήκες ήταν ιδιαίτερες και «επι προσωπικού» χωρίς βέβαια να φταίει σε κάτι ο Τσέριν. Ίσα ίσα, σε καλό του βγαίνει…