Μία συγκλονιστική συνέντευξη έδωσε ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης στο Documento, όπου μίλησε για την καριέρα του, την Ελλάδα, την πολιτική και τον Βασίλη Τσιάρτα…
Ο πρώην πρωταθλητής του τάε κβον ντο είναι από τους ανθρώπους που έχει άποψη για τα πράγματα και τεκμηριωμένη και στην συνέντευξη αυτή «άγγιξε» θέματα που «καίνε» αυτή τη περίοδο, με μια ψύχραιμη ματιά, κάτι που δυστυχώς δεν συμβαίνει σε όλες τις περιπτώσεις.
Δείτε μερικές από τις απαντήσεις του:
Για την σημερινή Ελλάδα: «Είναι εύκολο να κοιτάξουμε τα αρνητικά, αλλά οφείλουμε να κοιτάξουμε τα θετικά. Ο Έλληνας της μεγάλης φτώχειας κράτησε πολύ πιο ανθρώπινη στάση στο μεταναστευτικό. Με τα πενιχρά μέσα του και με το υστέρημα που δεν έχει. Άλλοι λαοί φέρονται σαν γουρούνια και καταδικάζουν αθώους ανθρώπους σε θάνατο, χωρίς καμία δικαιολογία. Σκέψου τι θα έκανε ο Γερμανός, αν αντιμετώπιζε τα δικά μας προβλήματα. Οι Άγγλοι με ποια δικαιολογία ψήφισαν έτσι; Οι Αμερικανοί; Σε τι ακριβώς αντιδρούν; Εμείς δεν κλείσαμε ποτέ ούτε τα σύνορα ούτε τα σπίτια μας. Βουτήξαμε στη θάλασσα για να τους σώσουμε. Μετά από χρόνια, αυτή η στάση με έκανε να νιώσω υπερήφανος για την εικόνα της χώρας μου στο εξωτερικό».
Για το πόσο εύκολο είναι να γίνει κανείς Ολυμπιονίκης: «Όταν έφευγε ο πατέρας μου από το σπίτι, φορούσα τη στολή με το εθνόσημο και πήγαινα μπροστά στον καθρέφτη. Ονειρευόμουν να φτάσω και εγώ στην Εθνική ομάδα. Εμένα Ολυμπιονίκη με έκανε ο Πύρρος. Ήθελα να γίνω σαν αυτόν, να αποκτήσω αυτή την εσωτερική δύναμη. Αλλά λίγοι έχουν την αντοχή, να φεύγουν στις 6 το πρωί για προπόνηση μέσα στο κρύο, κομμάτια από την κούραση»
Για το αν πρέπει να έχει φωνή ο αθλητής: «Και γιατί όχι; Η φωνή είναι δικαίωμα, αλλά όχι υποχρέωση. Για ορισμένους, είναι ευτύχημα που δεν μιλάνε πολύ. Η περίπτωση Τσιάρτα ήταν χρήσιμη, επειδή ξεγύμνωσε πολλούς. Και έναν να μπορέσω να επηρεάσω με τα λόγια μου, ένα από τα ρεμάλια που φτύνουν από τις κερκίδες, είναι κέρδος. Αυτό σκέφτομαι όποτε προπονώ παιδιά, ότι ακουμπάω μυαλά και ψυχούλες. Κάθε ενήλικας μοιάζει πολύ με το παιδί που υπήρξε κάποτε».
Για την ακροδεξιά στην Ελλάδα: «Το 10% της Χρυσής Αυγής είναι ντροπή, αλλά και ταβάνι της. Δεν θα ανέβει άλλο. Ντρέπομαι για την αμορφωσιά. Στους φασίστες που γυρίζουν την πλάτη στους πρόσφυγες, εύχομαι να πάθουν τα ίδια και χειρότερα. Μόνο αν βρεθείς στην ίδια θέση θα καταλάβεις τι έγκλημα διαπράττεις. Όταν γυρίζεις την πλάτη στον άλλον, τον σκοτώνεις. Επικροτώ τη στάση της κυβέρνησης σε αυτό το θέμα και σε πολλά άλλα, όπως π.χ. στην προστασία της διαφορετικότητας. Μπορεί να μην έκαναν όλα όσα υποσχέθηκαν, αλλά προσπάθησαν όσο κανένας. Προτιμώ αυτόν που προσπαθεί, παρά τον αδιάφορο που αποτυγχάνει λόγω αδιαφορίας. Δεν είναι τυχαίο, ότι σχεδόν όλοι οι μορφωμένοι και ταξιδεμένοι άνθρωποι κλίνουν προς τα αριστερά. Με τέτοια δόγματα μεγάλωσα και εγώ, αλλά τα φιλτράρισα για να καταλήξω στο δικό μου χρώμα, αυτό που μου ταιριάζει».
Για το αν έχει κατέβει σε συλλαλητήρια: «Έχω κατέβει σε πολλά. Το πρώτο μου ήταν τότε με τα μνημόνια, στο Σύνταγμα. Το βράδυ που έσπαγαν τα ξενοδοχεία. Έφαγα και δακρυγόνα και ποδοπάτημα και κλωτσιές, το χάρηκα! Είχα μάλιστα το πρόσωπο καλυμμένο, για να μη μου πουν ότι πάω με το ρεύμα για να ακολουθήσω τη μόδα».
Για το Μακεδονικό: «Αν ήταν να γίνει κάτι, έπρεπε να γίνει όταν έριχναν την καυτή πατάτα ο ένας στον άλλο. Τώρα, όλοι γνωρίζουν τη FYROM ως “Ματσεντόνια”. Η ζημιά έχει γίνει. Η σημερινή συμφωνία είναι το περισσότερο που μπορούμε να κερδίσουμε. Να διακοπεί ο αλυτρωτισμός, να κατεβούν τα αγάλματα, να μας επιστραφεί το κομμάτι της ιστορίας που μας αναλογεί. Για τον βορειοελλαδίτη, είναι πολύ σημαντική η εθνική ταυτότητα. Στη Φλώρινα, από όπου κατάγεται ο πατέρας μου, άκουγα από μικρός πολλούς να μιλούν τη «μακεντόνσκα» γλώσσα. Χάνουμε με 0-1, οπότε παίζουμε για την ισοπαλία. Και έχω στενοχωρηθεί πολύ, με αυτή την αηδία που έγινε, με τον τύπο που σκοτώθηκε στην Αλβανία. Εάν δηλαδή μπούκαρε ένας Αλβανός με καλάσνικοφ και σημαία στη δική μας χώρα και τον καθαρίζαμε, θα τον δικαιολογούσαμε; Και θα κρατούσαμε ενός λεπτού σιγή στη βουλή;».