Η τελευταία πινελιά στα ελληνικά μετάλλια ήταν επιπέδου Σαλβαδόρ Νταλί. Σουρεάλ! Το χάλκινο μετάλλιο του Δημήτρη Τσιάμη στο τριπλούν συμπλήρωσε το παζλ – έργο τέχνης των Ελλήνων αθλητών που μάλλον από… τύχη ξέφυγε από την έκθεση Dali, στην Potsdamer Platz του Βερολίνου, εκεί όπου ο 36χρονος έζησε τη μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του.
Κι όμως δεν πανηγύρισε στο βάθρο. Ανέβηκε και στάθηκε πάνω σε αυτό σαν να περίμενε το τρόλεϊ να περάσει. «Το ήθελα πολύ αυτό το μετάλλιο, αλλά δεν πανηγύρισα, ναι. Ηταν πώς να το πω… Ηταν λίγο σουρέαλ αυτό που έζησα εκείνη τη στιγμή. Αναρωτήθηκα: Τι; Αυτό είναι η απονομή; Ηταν όπως το ζω στα πανελλήνια πρωταθλήματα. Τίποτε διαφορετικό», είπε στο Sportime. Καμία αίσθηση δεν του έκανε η απονομή σε αντίθεση με τη διάκριση, αν και ήθελε πολύ να τη συνδυάσει με ένα άλμα στα 17.00 μ..
Ο Τσιάμης δεν κυνήγησε τη δόξα και το χρήμα, αν και μπορούσε. Αυτό του κόστισε και με «στρίμωγμα» οικονομικό, όμως έμεινε στο σκάμμα του. Και παραμένει: «Δεν έχω χορηγό, όχι. Εχω τα χρήματα του ΣΕΓΑΣ. Αυτά που μπορεί και μας δίνει από το σχεδιασμό. Οπως όλοι οι Ελληνες ζω. Ολοι περνάμε δύσκολα, λόγω της κρίσης», απάντησε πιο cool κι από air codition στους 15 βαθμούς Κελσίου.
Ηρθε στην Αθήνα από την Καρδίτσα όταν ήταν 23 ετών για να συνεχίσει τον αθλητισμό και πάντα πίστευε σε αυτό το μετάλλιο: «Ηξερα ότι μπορούσα να το κατακτήσω! Αν και δεν θα αλλάξει τίποτα στη ζωή μου με αυτό. Είμαι χαρούμενος, τρελαμένος δεν είμαι. Νιώθω καλά με το σώμα μου και μου έδωσε αυτή η διάκριση το κίνητρο για να συνεχίσω με μεγαλύτερη χαρά».
Κοντονής: «Η Παπαχρήστου έχει ξεκόψει πλήρως από ακροδεξιές απόψεις»