Είναι λίγοι οι άνθρωποι που μπορούν να ισχυρίζονται πως με τη δράση τους, τη ζωή τους, έχουν καταφέρει να κάνουν την ελάχιστη διαφορά στον κόσμο. Πόσο μάλλον ποδοσφαιριστές και δη μετανάστες, παιδιά ενός «κατώτερου θεού» που προσπαθούν μέσω του αθλητισμού να εξασφαλίσουν πρωτίστως μια καλύτερη ζωή για τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
Υπάρχουν όμως και ορισμένοι που η καρδιά τους είναι τόσο μεγάλη που έχει χώρο για όλους. Που ξεφεύγουν από το μέσο όρο. Υπάρχει ο Γκέραλντ Ασαμόα, ο ποδοσφαιριστής που έκανε τη διαφορά στην αντίληψη μιας ολόκληρης χώρας για το ρατσισμό.
Το γερμανικά γήπεδα σήμερα θεωρούνται από τα πιο φιλικά στον οπαδό. Ακρότητες σπάνια συμβαίνουν, τα εισιτήρια της Bundesliga -σε αντίθεση με εκείνα της Premier League- είναι σε προσιτές τιμές και οι εξέδρες είναι πάντα γεμάτες. Εκτός αυτού, στη Γερμανία γίνονται αποδεκτοί και βρίσκουν τις κατάλληλες συνθήκες ώστε να κυνηγήσουν το ποδοσφαιρικό τους όνειρο πρόσφυγες, όπως ο Μπακερί Ζατά του Αμβούργου που πριν βρει καταφύγιο στη Βρέμη έπαιζε ποδόσφαιρο στην Γκάμπια ή ο Τσαντράκ Ακολό της Στουγκάρδης που ο πόλεμος τον έδιωξε από το Κονγκό. Ζωντανά παραδείγματα μιας κοινωνίας προηγμένης που δεν κρίνει την ικανότητα ενός ανθρώπου από το χρώμα του δέρματός του.
Ωστόσο τίποτα δεν είναι αγγελικά πλασμένο. Η Γερμανία κάποτε δεν ήταν τόσο δεκτική στη διαφορετικότητα και στο ποδόσφαιρο έβρισκαν (όπως γίνεται σε όλο τον κόσμο) «πάτημα» ακραία στοιχεία και ιδεολογίες. Όταν ο Ασαμόα μετακόμισε στη Γερμανία το 1989, σε ηλικία 10 ετών με την οικογένειά του, δεν ήταν κάτι περισσότερο από ένας Γκανέζος μετανάστης, ένας ξένος. Το όνειρό του να παίξει ποδόσφαιρο δεν ενθαρρυνόταν από το κλίμα της εποχής στη χώρα. Οι προηγούμενοι μαύροι που προσπάθησαν να κάνουν καριέρα στη Γερμανία δεν έτυχαν ακριβώς… ίσων ευκαιριών.
Ο Έρβιν Κοστέντ, ο πρώτος που αγωνίστηκε με την εθνική της Δυτικής Γερμανίας δεν ήταν ταπεινής καταγωγής. Γιος αξιωματούχου των ΗΠΑ στη χώρα κι όμως οι οπαδοί της ίδιας του της ομάδας, της Ντόρτμουντ τον ανάγκασαν με τη συμπεριφορά τους να διαλέγει να παίζει μόνο στα εκτός έδρας ματς. Ο Τζίμι Χάρτγουιγκ αντιμετώπισε τα ίδια στο Αμβούργο, τη στιγμή που Αγγλία και Γαλλία έκαναν μεγάλα βήματα προς την αντιμετώπιση του ρατσισμού στο ποδόσφαιρο.
Με έναν απινιδωτή διαθέσιμο
Τα πράγματα συνέχισαν να είναι περίεργα για τους Αφρικανούς, μέχρι που στα μέσα των 90s ένας επιθετικός που γεννήθηκε στο Μαπόνγκ της Γκάνας έμελλε να τα αλλάξει όλα, να γκρεμίσει τις προκαταλήψεις. Ο Ασαμόα κατάλαβε πως έπρεπε να είναι πάντα λίγο πιο δυνατός από τους συμπαίκτες του πριν ακόμα κάνει το βήμα στο κορυφαίο επίπεδο. Σε ένα ματς με τη φανέλα του Αννόβερο ακόμα το 1997, οι οπαδοί της Κότμπους πέταξαν μπανάνες προς το μέρος του. Ήταν ένα από τα περιστατικά που τον πείσμωσαν, τον έκαναν να βάλει σκοπό της καριέρας να αποδείξει «σε μερικούς ηλίθιους πως ένας μαύρος μπορεί να προσφέρει στη Γερμανία», όπως έχει πει.
Τα πράγματα όμως ποτέ δεν ήταν τόσο απλά για εκείνον. Λίγο πριν κάνει το άλμα στη Σάλκε, το 1998 κατέρρευσε στο γήπεδο σε ένα ματς της Τσβάιτελιγκα. Οι γιατροί του συνέστησαν να σταματήσει να παίζει ποδόσφαιρο εξαιτίας υπερτροφίας της καρδίας του. Ο Ασαμόα στην ουσία έπαιζε κάθε ματς σα να ήταν το τελευταίο του γιατί (φυσικά) δεν το έβαλε κάτω. Συνέχισε, με έναν απινιδωτή διαθέσιμο στο γήπεδο στην απευκταία περίπτωση που κάτι του συνέβαινε.
Οι «βασιλικοί μπλε» δεν δίστασαν να πάρουν το ρίσκο μαζί του και ήταν το καλύτερο μεταγραφικό ρίσκο που πήραν ποτέ. Δεν είναι μόνο τα δύο Κύπελλα και το πρωτάθλημα που θα κατακτούσε το 2001, αν ο Πάτρικ Άντερσον δεν λύτρωνε τη Μπάγερν στο 92’. Στην 11ετή του παρουσία στο Γκελζενκίρχεν κατάφερε να γίνει σύμβολο, αγαπημένος των οπαδών και να κερδίσει το σπαθί του την κλήση του στην εθνική Γερμανίας. Κόντρα στη θέληση της οικογένειάς του να εκπροσωπήσει τη Γκάνα, εκείνος δεν είχε σκοπό να κάνει έκπτωση στον διττό σκοπό της καριέρας του, να γίνει η διαφορά.
Το 2001 η υπομονή του δικαιώθηκε. Ο Ρούντι Φέλερ τον έχρισε τον πρώτο μαύρο διεθνή της ενωμένης «νάσιοναλμανσαφτ». Οχι για χάρη ή για ψευδοπροοδευτικούς λόγους, αλλά επειδή τον χρειαζόταν. Το ντεμπούτο του, κόντρα στη Σλοβακία, ήταν ακριβώς όπως το είχε φανταστεί. Την επόμενη μέρα ο τίτλος της “Bild” ήταν: «ο Ασαμόα ξύπνησε μια κοιμισμένη Γερμανία». Σκόραρε ένα υπέροχο γκολ, το «Βέζερσταντιον» του χάρισε ένα θερμό standing ovation πέρα από κάθε προσδοκία. Το τείχος του μίσους στην ποδοσφαιρική κουλτούρα της χώρας είχε δεχθεί ένα σοβαρό πλήγμα.
Οχι, δεν είχε νικηθεί εξ ολοκλήρου. Παρότι το ενδιαφέρον των Γερμανών για την εθνική αναθερμάνθηκε λόγω της παρουσίας του Ασαμόα. Τα «πάντσερ» εκπροσωπούσαν πλέον ένα σημαντικά μεγαλύτερο μέρος της γερμανικής κοινωνίας, έφτασαν στον τελικό του 2002 και στην τρίτη θέση το 2006 στο σπίτι τους. Παρότι ήταν αδύνατο κανείς να αντιπαθήσει τον μόνιμα χαμογελαστό Ασαμόα που δεν ήταν ιδιαίτερα προικισμένος τεχνικά, αλλά πάλευε για κάθε εκατοστό στο χορτάρι. Κάτι σαν τον Ενγκολό Καντέ σήμερα.
Μετά το Μουντιάλ της Γερμανίας, οι οπαδοί της Χάνσα Ροστόκ έκαναν ήχους μαϊμούς κάθε φορά που ακουμπούσε την μπάλα. Ο διαιτητής αντιλήφθηκε τι συνέβαινε, τον ρώτησε αν ήθελε να διακόψει το ματς, ενώ ο κόουτς της Σάλκε, Μίρκο Σλόμκα του πρότεινε να τον κάνει αλλαγή στο ημίχρονο. Αν και απογοητευμένος, ο Ασαμόα δεν είχε σκοπό να δώσει στους ρατσιστές αυτή την ικανοποίηση. Συνέχισε, η Σάλκε διέλυσε 9-1 τη Χάνσα και ο ίδιος είχε συμμετοχή σε επτά από τα γκολ της!
Το «αντίο» της Σάλκε
Μετά από ένα σύντομο πέρασμα από τη Ζάνκτ Πάουλι που πρόλαβε να γίνει ο αγαπημένος της εξέδρας και τη Γκρόιτερ Φιρτ, ο Ασαμόα επέστρεψε στην αγαπημένη του Σάλκε για να κλείσει την καριέρα του έτσι όπως του άξιζε, σαν θρύλος του κλαμπ, εν μέσω αποθέωσης από 60.000 κόσμο στη «Φέλτινς Αρένα».
Το παιχνίδι όμως για να τιμηθεί, συνέπεσε με μια από τις χειρότερες τρομοκρατικές επιθέσεις που έχει βιώσει η Ευρώπη, αυτή στο Μπατακλάν. Πολλοί θεώρησαν δεδομένο πως το φιλικό που ήταν προγραμματισμένο για τις 14 Νοεμβρίου θα αναβαλλόταν. Ήταν το λογικό. Όμως όχι ο πρόεδρος της Σάλκε, σε συνεννόηση με τον Ασαμόα, αποφάσισαν να μη χαρίσουν στην τρομοκρατία αυτή τη νίκη, όπως εκείνος με την καριέρα του αψηφούσε σε κάθε βήμα του τον ρατσισμό και την ξενοφοβία.
Έτσι, λοιπόν, όπως άλλες 381 φορές στο παρελθόν οι φίλοι Σάλκε τον υποδέχτηκαν θερμά, μόνο που αυτή τη φορά το τιμώμενο πρόσωπο ήρθε από τον ουρανό (!) κυματίζοντας μια σημαία της Γαλλίας σε ένδειξη συμπαράστασης.
Μέχρι σήμερα που Ασαμόα δεν έχει σταματήσει να προσπαθεί να κάνει τη διαφορά. Οχι μόνο στο ποδόσφαιρο, που παραμένει ως προπονητής της δεύτερης ομάδας της Σάλκε, αλλά έχοντας δημιουργήσει το δικό του ίδρυμα για παιδιά με καρδιακά προβλήματα. Παράλληλα τον καλούν συχνά να μιλήσει για την ξενοφοβία και τον ρατσισμό στα σχολεία.
Πάντα με το μεγάλο του χαμόγελο, πάντα με το μότο που συνόδεψε σε όλη του καριέρα: «πρέπει να παλέψουμε».
[vc_row][vc_column width=”2/3″][td_block_14 custom_title=”SUNDAY’S FILES” tag_slug=”sunday-s-files” limit=”6″ tdc_css=””][/vc_column][vc_column width=”1/3″][td_block_7 custom_title=”SPORTMINUTE” category_id=”90″ limit=”7″][/vc_column][/vc_row][vc_row][vc_column][/vc_column][/vc_row]