Τον ξέρουν όλοι όσοι αγαπάνε την πορτοκαλί μπάλα. Ο Γιώργος Σιγάλας έχει αφήσει το στίγμα του στο ελληνικό μπάσκετ.
Έντεκα χρόνια μετά την αποχώρησή του από την ενεργό δράση δραστηριοποιείται, πλέον, σε ένα διαφορετικό πεδίο, αφού δίνει ομιλίες μέσα από τις οποίες συμβουλεύει στελέχη επιχειρήσεων.
Σε ρόλο ομιλητή δεν σε έχουμε συνηθίσει. Πως προέκυψε;
«Τον ομιλητή τον κάνω αρκετά χρόνια. Σε ειδικές περιπτώσεις και για ιδιαίτερα θέματα. Θεωρώ ότι μέσα από τον πρωταθλητισμό μαθαίνουμε πολλά πράγματα, τα οποία μας μένουν και μας φαίνονται αργότερα χρήσιμα ώστε να τα μεταλαμπαδεύσουμε σε άλλους. Κάπως έτσι συνέβη».
Πως ο πρωταθλητισμός που ανέφερες μπορεί να συνδεθεί με την επιχειρηματικότητα;
«Μέσα στην επιχειρηματικότητα συντελείται… πρωταθλητισμός! Δεν υπάρχει επιχείρηση που δε θέλει να κάνει πρωταθλητισμό –διαφορετικά για ποιο λόγο να υπάρχει; Η διαδικασία που βρίσκει κάθε επιχείρηση να θέλει να έχει τα καλύτερα στελέχη ή τα καλύτερα παραγωγικά αποτελέσματα είναι από μόνη της πρωταθλητισμός. Και έχει πολλά κοινά με τον πρωταθλητισμό στον αθλητισμό. Τα βιώματα, λοιπόν, που κουβαλάμε εμείς οι άνθρωποι που κάναμε πρωταθλητισμό μπορούν να φανούν πολύ χρήσιμα σε ανθρώπους που έχουν την γνώση πάνω στο αντικείμενό τους αλλά όχι την εμπειρία».
Ας κάνουμε μια μικρή αναδρομή στα αγωνιστικά. Πιστεύεις ότι ήταν το triple crown του ’97 η σημαντικότερη στιγμή στην καριέρα σου;
«Ηταν σίγουρα μια πάρα πολύ μεγάλη στιγμή. Για έναν επαγγελματία το να κατακτά και τους τρεις στόχους που έχει σε μια χρονιά είναι μεγάλη υπόθεση. Για έναν αθλητή όμως υπάρχουν στιγμές, που στους φιλάθλους μπορεί να φαίνονται μικρότερες σε σχέση με άλλες, οι οποίες είναι για εκείνον πολύ σημαντικές. Για μένα υπάρχουν στιγμές με την Εθνική Ομάδα και με άλλες ομάδες, όπως ο τελικός που έφτασα στο Ευρωπαϊκό Κύπελλο με τον Αρη, που θα μου μείνουν χαραγμένες».
Εχεις ασχοληθεί και με την προπονητική. Ησουν προπονητής της Εθνικής Νέων. Γιατί έπαψες να ασχολείσαι τόσο ενεργά;
«Ασχολούμαι ακόμα. Προέκυψαν διάφορα θέματα που θεωρούσα ότι δε θα υπάρξουν, δεν ήμουν προετοιμασμένος να τα αντιμετωπίσω και έτσι έμεινα λίγο πίσω. Αυτή τη στιγμή προπονώ παιδιά. Θέλω να είμαι ενεργός. Προσπαθώ για κάτι καλύτερο και θεωρώ πως αν είναι να σου τύχει, θα σου τύχει!».
Τι διαφορές εντοπίζεις στο μπάσκετ του σήμερα σε σχέση με του τότε;
«Η ταχύτητα έχει αυξηθεί. Αλλά υπάρχει μια βασική διαφορά για μένα. Δεν υπάρχουν πολλοί τεχνικοί παίκτες. Τότε υπήρχαν πολλοί μεγάλοι σκόρερ. Τώρα δεν υπάρχουν. Οι ομάδες είναι πιο… ομαδικές. Προσπαθούν, δηλαδή, μέσα από την ομαδικότητα να πάρουν το αποτέλεσμα. Είναι λίγοι οι παίκτες που ξεχωρίζουν και μπορούν να «σηκώσουν» μια ομάδα. Και δυστυχώς τους παίρνει συνήθως το NBA ή η Κίνα, που έχει μπει τελευταία δυναμικά στο παιχνίδι».
Ποιος είναι για σένα ο πιο ολοκληρωμένος Ελληνας παίκτης αυτή τη στιγμή;
«Θα έλεγα τον Γιώργο Πρίντεζη. Πιστεύω πως στη θέση που παίζει είναι ο καλύτερος. Ο Πρίντεζης, για μένα, στη θέση του δεν έχει αντίπαλο στην Ευρώπη και είναι πάρα πολύ σταθερός και αυτό είναι πολύ σημαντικό».
Εχεις ασχοληθεί και με τα κοινά του Δήμου Πειραιά. Πόσο δύσκολη είναι μια τέτοια θέση;
«Οταν ήμουν πρόεδρος του Οργανισμού Πολιτισμού Αθλητισμού και Νεολαίας θα έλεγα ότι, ενώ έχω παίξει πέντε Ευρωπαϊκούς τελικούς, ο μεγαλύτερός μου τελικός ήταν τα εγκαίνια του Δημοτικού Θεάτρου, στα οποία είχα την τύχη να συμμετέχω πολύ ενεργά ως άμεσα υπεύθυνος. Το βράδυ εκείνο ήταν το δυσκολότερο παιχνίδι της ζωής μου!».
Δείτε ολόκληρη τη συνέντευξη στο παρακάτω βίντεο: